Η Ιστορία της Digital Equipment Corporation

 

Ευρετήριο

1.      Γενικά

2.      Ίδρυση (1957-1964)

3.      Ανάπτυξη (1965-1981)

4.      Ωριμότητα - Τέλμα (1982-1992)

5.      Κρίση (1993-1997)

6.      Εξαγορά από την Compaq (1998)

7.      Περισσότερα

 

Γενικά

 

H Digital Equipment Corporation -για συντομία Digital ή DEC- ήταν μια πρωτοπόρα Αμερικανική εταιρία κατασκευής ημιαγωγών, επεξεργαστών και άλλου εξοπλισμού υψηλής τεχνολογίας στις δεκαετίες του 1960 και 1970. Έγινε γνωστή για τις σειρές μίνι-υπολογιστών  PDP και VAX και τον μικροεπεξεργαστή Alpha που στις αρχές της δεκαετίας του 1990 έτρεχε τις γνωστές ιστοσελίδες Alta Vista και Lycos. Παρά τις τεχνολογικές της ανακαλύψεις και καινοτομίες, η Digital, δεν κατάφερε να αντέξει τον ανταγωνισμό της δεκαετίας του 1990, που ζητούσε εμπειρία σε θέματα μείωσης κόστους και έξυπνων στρατηγικών πωλήσεων. Έτσι, τελικά, αγοράστηκε από την Compaq στα τέλη της δεκαετίας.

 

Κορυφή

Ίδρυση (1957 - 1965)

 

Η ίδρυση της εταιρίας έγινε το 1957 από τους Ken Olsen και Harlan Anderson, δύο μηχανικούς που δούλευαν στο  εργαστήριο Λίνκολ του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT). Όταν το σχέδιο στο οποίο δούλευαν (ΤΧ-2) αντιμετώπισε δυσκολίες αποφάσισαν να δημιουργήσουν μια δική τους εταιρία. Χρησιμοποίησαν για έδρα ένα παλιό εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας από την εποχή του Αμερικανικού Εμφυλίου στο Maynard της Μασαχουσέτης. Το επιχειρηματικό κεφάλαιο που τους δόθηκε ήταν 70 χιλιάδες δολάρια, από την Αμερικανική Εταιρία Έρευνας και Ανάπτυξης (AR&D). Η AR&D αργότερα πούλησε την επένδυσή της για 450 εκατομμύρια δολάρια, μια από τις καλύτερες επιστροφές επένδυσης τότε.

 

Η Digital αρχικά ξεκίνησε κατασκευάζοντας ψηφιακές κάρτες (digital modules) όπως flip-flop, transistor, λογικές πύλες που μπορούσαν να συνδυαστούν και να χρησιμοποιηθούν σε επιστημονικά πειράματα. Ύστερα, τo 1958, αυξάνοντας την πυκνότητα συσκευασίας, κατασκευάζει τις λεγόμενες αυτόνομες μονάδες συστήματος (system modules). Οι πλακέτες αυτές μπορούσαν να συνδυαστούν και να χρησιμοποιηθούν σε υπολογιστές, σαν συστήματα ελέγχου μνημών, αλλά και σε άλλα πολύπλοκα λογικά συστήματα.

 

Ο Ben Gurley αρχίζει τον Αύγουστο του 1959 να σχεδιάζει τον πρώτο υπολογιστή  της εταιρίας, τον PDP-1 (Programmed Data Processor / Προγραμματισμένος Επεξεργαστής Δεδομένων ). Είπε χαρακτηριστικά: «Δεν χτίζουμε υπολογιστές, χτίζουμε ‘Προγραμματιζόμενους Επεξεργαστές Δεδομένων’». Το πρωτότυπο PDP-1 τελειώνει σε 3 μήνες και παρουσιάζεται στην Ανατολική Κοινή Διάσκεψη Υπολογιστών (Eastern Joint Computer Conference) στην Βοστόνη. Tον Νοέμβριο του 1960 παραδίδεται στην Bolt, Beranek και Newman (BBN), μια εταιρία συμβούλων για υπολογιστές που εδρεύει στο Cambridge της Μασαχουσέτης. Ο PDP-1 είναι ο πιο μικρός και διαδραστικός (interactive) υπολογιστής της εποχής του. Χρησιμοποιεί λέξεις των 18-bit και συμπλήρωμα ως προς 1. Το ίδιο έτος η Digital δημοσιεύει το Εγχειρίδιο Ψηφιακής Λογικής. (Digital Logic Handbook). Γράφτηκε από την Barbera Stephenson, την πρώτη γυναίκα μηχανικό που προσλήφθηκε στην Digital, και ήταν το πρώτο από μια μεγάλη σειρά εγχειριδίων που χρησιμοποιήθηκαν σαν διδακτικά βιβλία αλλά και σαν εργαλεία προώθησης. Η Digital τα έστελνε στους πελάτες της και τα μοίραζε έξω από εμπορικές εκθέσεις.

 

Το 1961 ξενικά ξεκινά από τον Gordon Bell ο σχεδιασμός του PDP-4, του δεύτερου 18-bit υπολογιστή της εταιρίας. Την ίδια χρονιά ιδρύεται η DECUS: η Κοινωνία Χρηστών Υπολογιστών της Digital Equipment (Digital Equipment Computer User Society). Δημιουργήθηκε  από την ανάγκη οι μηχανικοί να επικοινωνούν μεταξύ τους για να ανταλλάσουν πληροφορίες και προγράμματα για τον PDP-1, φέρνοντας έτσι πιο κοντά τον κατασκευαστή και τους χρήστες. Αργότερα εξελίχθηκε στην μεγαλύτερη κοινωνία υπολογιστών για προϊόντα ενός κατασκευαστή.

 

Τον Ιούλιο του 1962 ξεκινούν οι πρώτες πωλήσεις του PDP-4. Συνολικά πουλήθηκαν 54 κομμάτια. Ο PDP-4 χρησιμοποιούσε αργότερη μνήμη από τον PDP-1 και διαφορετικό τρόπο συσκευασίας έτσι ώστε να είναι πιο φθηνός από τον προκάτοχό του. Χρησιμοποιήθηκε σε μια πληθώρα εφαρμογών, από πειράματα πυρηνικής φυσικής, μέχρι ελέγχου παραγωγής και  αποθεμάτων. Τον  Σεπτέμβριο παρουσιάζεται το λειτουργικό σύστημα του PDP-1 από μηχανικούς του MIT και της BBN: το πρώτο λειτουργικό σύστημα  που υποστηρίζει χρονομερισμό (timesharing). Πολλοί χρήστες μπορούσαν τώρα να χρησιμοποιήσουν ταυτόχρονα τον ίδιο υπολογιστή. O Gordon Bell ξεκίνα τον σχεδιασμό του PDP-5, ενός υπολογιστή που χρησιμοποιούσε λέξεις των 12-bit. Σκοπός ήταν η δημιουργία ενός υπολογιστή ακόμα χαμηλότερου κόστους.

 

Ο PDP-5 παρουσιάζεται επίσημα το επόμενο έτος μαζί με τις σειρά 8000 system modules. Οι modules αυτές ονομάζονται Πολύ Υψηλής Συχνότητας (VHF) και θα χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή του PDP-6 και σε συστήματα υψηλών επιδόσεων. Ο PDP-5 καινοτομεί παρουσιάζοντας ένα δίαυλο εισόδου/εξόδου (I/O Bus) που επιτρέπει περιφερειακές συσκευές να προσθέτονται αυξητικά, μειώνοντας το κόστος κατασκευής και απλοποιώντας την ρύθμιση του υπολογιστή για τους πελάτες. Είναι ο πρώτος μίνι-υπολογιστής που κατασκευάστηκε ποτέ. Η Digital έχει τώρα 12 μηχανικούς στο τομέα των υπηρεσιών που καλύπτουν την αγορά των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Το πρώτο Ευρωπαϊκό γραφείο πωλήσεων και υπηρεσιών ανοίγει τον Μάρτη του 1963 στο Μόναχο της Γερμανίας με δυναμικό 3 ατόμων, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει γραφείο και στην Οτάβα του Καναδά με προσωπικό 2 άτομα.

 

Το 1964 παρουσιάζονται οι πλακέτες τεχνολογίας flip chip. Υποστηρίζουν αυτόματη τοποθέτηση συρμάτων (wire wrap) μειώνοντας έτσι το κόστος κατασκευής και αυξάνοντας την διεκπεραιωτικότητα (throughput) της γραμμής παραγωγής. Το Ιούλιο ανοίγει το πρώτο Ευρωπαϊκό Κέντρο Εκπαίδευσης Πελατών στο Reading της Αγγλίας. Τον Οκτώβριο παρουσιάζεται ο υπολογιστής PDP-6, o πρώτος 36-bit υπολογιστής της εταιρίας. Αποτελεί τον ανταγωνιστή των IBM System 360 και  UNIVAC 1107. Αρχίζει  η γέννηση του λειτουργικού συστήματος TOPS-10 (Timesharing/Total OPerating System) για τα 36-bit συστήματα της Digital. To TOPS-10 αποτελεί την εξέλιξη του λογισμικού παρακολούθησης (Monitor) για τον PDP-6. Τον Δεκέμβρη παρουσιάζεται ο τρίτος 18-bit υπολογιστής της Digital, o PDP-7, μαζί με την DECtape. Η DECtape είναι η πρώτη λύση μαζικής αποθήκευσης (mass storage) από την Digital. Είναι μια ταινία που έχει χωριστεί σε διευθυνσιοδοτημένα μπλοκ έτσι ώστε να μπορεί να προσπελαστεί τυχαία και να χρησιμοποιηθεί σαν αποθηκευτικό σύστημα (δευτερεύουσα μνήμη) εισόδου/εξόδου. Η DECtape είναι το αποθηκευτικό σύστημα του PDP-7. Πουλήθηκαν 120 υπολογιστές PDP-7.

 

Τον Δεκέμβριο του 1964 η Digital αποκτά την πρώτη της ευρεσιτεχνία για μνήμη μαγνητικού πυρήνα (magnetic core memory). Οι εφευρέτες της είναι οι Ken Olsen και Dick Best.

 

Κορυφή

Ανάπτυξη (1965-1981)

 

To 1965 παρουσιάζεται η βελτιωμένη έκδοση του PDP-7, η PDP-7A που χρησιμοποιεί τις νέες flip chip κάρτες. Τον Απρίλιο του 1965 παρουσιάζεται ο PDP-8, ο πρώτος μαζικά παραγόμενος μίνι-υπολογιστής του κόσμου. Διαθέτει 12-bit λέξη, 1.5 ms περίοδο, 4000 λέξεις κύρια μνήμη, 32000 λέξεις το μέγιστο δευτερεύουσα και οι εντολές αποτελούνταν από 3-bit κωδικό λειτουργίας (opcode), 1 έμμεσο bit και 8-bit διευθύνσεων. Για είσοδο/έξοδο χρησιμοποιούσε τηλέτυπο. Η τιμή του ήταν 18.000 δολάρια και κατανάλωνε 780 Watt. Πουλήθηκαν συνολικά 50.000 κομμάτια. Τον Νοέμβριο πραγματοποιήθηκε το πρώτο παράδειγμα παγκόσμιας δικτύωσης: Ο χειρισμός ενός PDP-6 που βρισκόταν στην Αυστραλία από την Βοστόνη της Αμερικής μέσω μιας σύνδεσης Telex.

 

Ο 4ος 18-bit υπολογιστής της Digital είναι έτοιμος το 1966. Ο PDP-9 έχει διπλάσια υπολογιστική δύναμη από τον προκάτοχό του PDP-7. Διαθέτει, επίσης, ένα σύστημα ελέγχου πληκτρολογίου που τρέχει από DECtape. Εισάγεται στην αγορά ο PDP-8/S σαν μια πιο οικονομική λύση σε σχέση με τον κλασικό PDP-8. Ο PDP-8/S εκτελούσε τις εντολές του PDP-8 σειριακά. Στην βίο-ιατρική αγορά στοχεύει ο LINC-8, που το σχέδιό του προέρχεται από τα Εργαστήρια Λίνκολν και ενσωματώνει τον επεξεργαστή LINC (Laboratory Instrument Controller/Ελεγκτής οργάνων εργαστηρίου) και την επεξεργαστική μονάδα του PDP-8.

 

Ο διάδοχος του PDP-6 στα 36-bit έρχεται στην αγορά  το 1967. Ο PDP-10 είναι δυο φορές πιο ισχυρός, υποστηρίζει χρονομερισμό, ομαδική επεξεργασία (batch processing) και λειτουργίες πραγματικού χρόνου εξίσου καλά και ταυτόχρονα. Για αυτό έγινε πολύ δημοφιλής για εμπορικές εφαρμογές χρονομερισμού, πανεπιστημιακά κέντρα υπολογιστών και επιστημονικά εργαστήρια. Την ίδια χρονική περίοδο η Digital παρουσιάζει 2 νέες σειρές καρτών. Την σειρά Κ που ήταν ανθεκτικές στον θόρυβο και χρησιμοποιούνταν σε βιομηχανικές εφαρμογές ελέγχου και την σειρά Μ που ήταν οι πρώτες κάρτες της Digital με ολοκληρωμένα κυκλώματα.(IC). Η σειρά M χρησιμοποιήθηκε στον επανασχεδιασμένο PDP-8: τον PDP-8/I, στον PDP-11, στον δεύτερο επεξεργαστή PDP-10: τον ΚΙ10 και στον PDP-8/E.

 

To 1968 βρίσκει την Digital να έχει εγκαθιδρύσει 50 γραφεία πωλήσεων και υπηρεσιών σε 11 χώρες σε όλο τον κόσμο. Ο πρώτος υπολογιστής της εταιρίας βασισμένος ολοκληρωμένα κυκλώματα και τρίτος των 12-bit, ο PDP-8/I είναι γεγονός. Εκπαιδευτικά συστήματα  (EDUsystems) βασισμένα στον PDP-8 και στην γλώσσα  προγραμματισμού BASIC που αναπτύχθηκε στο κολέγιο Dartmouth, φέρνουν τους υπολογιστές κοντά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Επίσης, παρουσιάζεται το πακέτο TYPSET-8, ένα ολοκληρωμένο πακέτο υλικού και λογισμικού για στοιχειοθεσία βασισμένο στο PDP-8. Πρόκειται για τον πρόδρομο των ετοιμοπαράδοτων (Tyrnkey/ «Με το κλειδί στο χέρι») υπολογιστικών συστημάτων.

 

Στην σειρά Κ των καρτών της Digital στηριζόταν ο PDP-14 το 1969. Ο PDP-14 ήταν ένας βιομηχανικός εκλεκτής 1-bit. Εκτελούσε λειτουργίες λύνοντας εξισώσεις Boole και ήταν ανθεκτικός στον ηλεκτρονικό θόρυβο. Παραδείγματα εφαρμογών του είναι ο έλεγχος ηλεκτρονόμων και εργαλειομηχανών. Ο PDP-12 θα είναι ο διάδοχος του LINC-8. Κληρονομεί το σύνολο εντολών του PDP-8/I και του LINC-8 κάνοντάς τον συμβατό με εφαρμογές που είχαν αναπτυχθεί για τον προκάτοχο του. Διαθέτει οθόνη, κατάλληλο λειτουργικό σύστημα, λογισμικό για απόκτηση δεδομένων και προβολή τους στην οθόνη, για ανάλυση Fourier και για φασματομετρία. Παράλληλα ανακοινώνεται ο PDP-15 που είναι ο τελευταίος 18-bit υπολογιστής της Digital και ο μόνος 18-bit  που βασίστηκε σε ολοκληρωμένα κυκλώματα. Είναι πιο γρήγορος και πιο φθηνός από τους προκατόχους τους και έχει προστεθεί ένας ξεχωριστός ελεγκτής εισόδου/εξόδου στην Κεντρική Μονάδα Επεξεργασίας (ΚΜΕ/CPU). 400 τέτοια μηχανήματα παραγγέλθηκαν στους πρώτους 8 μήνες της παραγωγής. Διατίθεται η έκδοση 1.0 της FOCAL. Η FOCAL είναι η μόνη γλώσσα προγραμματισμού που έτρεχε σε όλους τους υπολογιστές της Digital την εποχή εκείνη. Ο υπολογιστής για τον οποίον γράφτηκε αρχικά η FOCAL ήταν ο PDP-8.

 

Με την αυγή της νέας δεκαετίας έρχεται η επόμενη ευρεσιτεχνία της Digital, το OMNIBUS στο οποίο βασιζόταν ο PDP-8/E. Είναι ένα σύγχρονος δίαυλος δυο κατευθύνσεων που μπορεί να χειρίζεται μέχρι 32 χιλιάδες λέξεις μνήμης ή μέχρι 10 περιφερειακούς ελεγκτές. Λίγο μετά την παρουσίαση του PDP-8/E η Digital εγκαθιστά το 10000ο της υπολογιστικό σύστημα. Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου παραδίδεται το PDP-11/20,  το  πρώτο 16-bit μηχάνημα της εταιρίας. Ο PDP-11/20 χτίστηκε γύρω από το UNIBUS έναν ασύγχρονο δίαυλο δυο κατευθύνσεων που συνέδεε την ΚΜΕ, την μνήμη και τα διάφορα περιφερειακά. Το UNIBUS επέτρεπε στις γρήγορες συσκευές να στέλνουν δεδομένα χωρίς ενδιάμεση αποθήκευση στην μνήμη. H PDP-11 έγινε η πιο επιτυχημένη οικογένεια υπολογιστών του κόσμου. Επίσης παρουσιάστηκαν τρία νέα περιφερειακά, ο LA30 DECwriter (teleprinter/τηλέτυπος), η ΤU10 μονάδα μαγνητοταινίας και το VT05 αλφαριθμητικό τερματικό. Το VT05 ήταν το πρώτο βίντεο τερματικό της εταιρίας. Για λογαριασμό του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης αναπτύσσεται το λογισμικό MUMPS. Επέτρεπε την πρόσβαση μέχρι 32 χρηστών ταυτόχρονα σε μια βάση δεδομένων στον δίσκο. Το λογισμικό αυτό προοριζόταν για τον PDP-15 και χρησιμοποιήθηκε σε περιοχές όπως συστήματα πληροφοριών νοσοκομείων, ελέγχου αποθεμάτων και αποθηκών.

 

Τον Ιούνιο του 1971 γίνεται η πρώτη έρευνα ικανοποίησης πελατών. Ο PDP-11 αποκτά λειτουργικό σύστημα γενικής χρήσης το RSTS-11. To RSTS-11 ενδείκνυται για εμπορικές εφαρμογές λόγω των εξελιγμένων μηχανισμών χρήσης και προστασίας αρχείων που διαθέτει. Η οικογένεια PDP-10 αντικαθίστανται από την DECsystem-10. Όλα τα μηχανήματα της οικογένειας χρησιμοποιούν το ίδιο βασικό σύστημα ελέγχου επιτρέποντας απαράμιλλη επεκτασιμότητα. Τα πρώτα DECsystem-10 χρησιμοποιούσαν τον KA10 επεξεργαστή που είχε σχεδιαστεί για το PDP-10 το 1967. Το RTM ήρθε να καλύψει το κενό μεταξύ του τελευταίου σε κόστος υπολογιστή γενικής  χρήσης και των λογικών καρτών. Αρχικά ονομάστηκε PDP-16 αλλά μετονομάστηκε σε RTM (Register Transfer Module) γιατί αποτελούνταν από κάρτες που τοποθετούνταν και ενωνόταν μαζί με τρόπο που να αναπαριστούν τα μπλοκ σε ένα διάγραμμα ροής.

 

Αποτελούμενο από RTM και μια επαναπρογραμματιζόμενη μνήμη μόνο για ανάγνωση το PDP-16/m προσέφερε μια ποικιλία επιλογών και τρόπων συναρμολόγησης ανάλογα με τις ανάγκες του χρήστη τoυ 1972. Ο PDP-11/40 ήταν δυο φορές πιο δυνατός από τον PDP-11/20 και μπορούσε να εκτελέσει υπολογισμούς κινητής υποδιαστολής εφόσον συνδυαζόταν με την αντίστοιχη προαιρετική μονάδα (FPU), ενώ οι PDP-11/05 και PDP-11/10 ήταν πιο φθηνοί και στόχευαν στον τελικό χρήστη παρέχοντας πολλαπλούς συσσωρευτές και ελεγκτή διακοπών 4 επιπέδων, που δεν υπήρχε στον PDP-11/20. Ο επεξεργαστής ΚΙ10, που είναι κατασκευασμένος από ολοκληρωμένα κυκλώματα, έρχεται να αντικαταστήσει τον KA10 που χρησιμοποιούνταν μέχρι τώρα στην οικογένεια DECsystem-10 με αρχή το DECsystem-10/70.

 

Το επόμενο έτος ήταν αφιερωμένο στο λογισμικό. Προσφέρθηκαν 2 λειτουργικά συστήματα για την οικογένεια υπολογιστών PDP-11. To RSX-11D προοριζόταν για τον προχωρημένο χρήστη και προσέφερε πραγματικού χρόνου απόκτηση δεδομένων, καταγραφή και έλεγχο, ενώ το RT11 στόχευε την κατώτερη βαθμίδα χρηστών υποστηρίζοντας μόνο ένα χρήστη. Ακόμα γίνεται ένα πρώτο βήμα στην δικτύωση υπολογιστών με την ανάπτυξη του DDCMP (DEC Data Communication Message Protocol/Πρωτόκολλο επικοινωνίας μηνυμάτων δεδομένων) σαν ένα πρότυπο για τις μελλοντικές επικοινωνίες μεταξύ υπολογιστών.

 

H Digital μπήκε στον χώρο των μικροεπεξεργαστών το 1974. Παρουσιάζει τον μικροεπεξεργαστή MPS, μια κάρτα (module) αποτελούμενη από LSI (Large Scale Integrated/Ολοκλήρωση Μεγάλης Κλίμακας) ολοκληρωμένα κυκλώματα. To λειτουργικό πραγματικού χρόνου RSX-11M για τους υπολογιστές PDP-11 εμφανίζεται την ίδια περίοδο. Είναι ένα πολυπρογραμματιστικό λειτουργικό σύστημα που ήταν κατά κύριο λόγο πλατφόρμα για ανάπτυξη προγραμμάτων και υποστήριζε σύγχρονο αλλά και ασύγχρονο υλικό επικοινωνιών. Οι φιλοσοφία και οι έννοιες του RSX-11M κληρονομούνται και στα μετέπειτα VMS λειτουργικά συστήματα. Ο επεξεργαστής  KL10 έρχεται να αντικαταστήσει τον ΚΙ10. Χρησιμοποιεί λογικά κυκλώματα συνδεδεμένου εκπομπού (Emitter Coupled Logic), διαθέτει 386 μικροπρογραμματισμένες εντολές και κρυφή μνήμη με χρόνο προσπέλασης 125ns. Είναι 2 φορές πιο γρήγορος από τον προκάτοχό του και είναι η καρδιά των υπολογιστών DECsystem-10/80 και 10/90. Το τελευταίο επίτευγμα του έτους είναι το τερματικό πληκτρολόγιο LA36 DECwriter II. Είναι το πρώτο επιτυχημένο εμπορικό τερματικό πληκτρολόγιο της εταιρίας και γρήγορα έγινε πρότυπο στην αγορά.

 

Μετά τον πρώτο μικροεπεξεργαστή, η Digital μπαίνει τον επόμενο χρόνο  στον χώρο τον μικροϋπολογιστών με την οικογένεια καρτών LS-11. Η LS-11 στόχευε κατασκευαστές και τελικούς χρήστες που έκαναν μεγάλες παραγγελίες. Ήταν ένα ολόκληρο υπολογιστικό σύστημα (ΚΜΕ, μνήμη, Ι/Ο) σε μία πλακέτα. Η οικογένεια PDP-11 αποκτά ακόμα ένα μέλος τον πανίσχυρο PDP-11/70. Ο PDP-11/70 χρησιμοποιεί το δίαυλο Massbus για την σύνδεση συσκευών εισόδου/εξόδου και είναι ο πρώτος της οικογένειας που διαθέτει κρυφή μνήμη. Σαν συνέχιση του πρωτοκόλλου DDCΜP έρχεται το δίκτυο DECnet. Αντίθετα με τα δίκτυα των ανταγωνιστών το DECnet είναι ένα πραγματικό (ομότιμο/P2P) δίκτυο μεταξύ υπολογιστών κατάλληλο για κατανεμημένα συστήματα. Συνεδριάζει για πρώτη φορά η επιτροπή για την VAX. Η VAX (Virtual Address eXtension),  είναι η μελλοντική αρχιτεκτονική της Digital και θα είναι συμβατή με την PDP-11, αλλά με αυξημένο χώρο διευθύνσεων από  λέξη 16-bit  στα 32-bit. Ένα νέο λειτουργικό σύστημα το VMS (Virtual Management System) θα αναπτυχθεί παράλληλα για την VAX. Το πρώτο εμπορικό βίντεο-τερματικό το VT52 και ο μικρότερος σε μέγεθος υπολογιστής της οικογένειας PDP-11 την εποχή εκείνη, ο PDP-11/34, με ολόκληρη την λογική της ΚΜΕ σε 2 μόλις πλακέτες γίνονται διαθέσιμα.

 

Στις αρχές του 1976 παρουσιάζει το 36-bit DECsystem-20, το φθηνότερο γενικής χρήστη σύστημα στην αγορά .Υποστηρίζει χρονομερισμό και περιλαμβάνει ένα KL-20 επεξεργαστή, 64 – 256 χιλιάδες λέξεις μνήμη πυρήνα, ένα RP04 δίσκο κινούμενων κεφαλών, TU45 μαγνητοταινίες, έναν αναγνώστη καρτών, έναν εκτυπωτή γραμμής και 8 - 64 γραμμές τερματικών. To λειτουργικό σύστημα του DECsystem-20 είναι το TOPS-20 που είναι ο διάδοχος του TOPS-10. To TOPS-20 περιλαμβάνει μια πληθώρα μεταγλωττιστών γλωσσών υψηλού επιπέδου όπως οι FORTRAN, COBOL και BASIC. Για την αγορά της επεξεργασίας κειμένου η Digital προτείνει το WPS-8 (Word Processing System) που βασίζεται στο PDP-8.

 

Στην μεσαία κατηγορία απευθυνόταν το επόμενο προϊόν  το 1977. Το PDP-11/60 διαθέτει χαρακτηριστικά του «μεγαλύτερου» PDP-11/70 αλλά είναι πιο οικονομικό. Εισάγεται μια νέα σειρά υπολογιστών (σταθμός εργασίας/workstation), οι DECstation, χτισμένοι γύρω από τον VT78 επεξεργαστή βίντεο. Φτάνει το πρώτο μέλος της αρχιτεκτονικής VAX.  Ο VAX-11/780 λύνει το πιο σημαντικότερο πρόβλημα των PDP-11: τον περιορισμένο χώρο διευθύνσεων μνήμης. Η Digital καινοτομεί ανοίγοντας το Διαγνωστικό Κέντρο DIGITAL (DIGITAL Diagnostic Center) στην Colorado Springs του Κολοράντο. Πρόκειται για το πρώτο μηχανογραφημένο διαγνωστικό κέντρο από απόσταση. Επίσης συνδέεται στο ARPANET. Το ARPANET το 1977 είχε ήδη 60 κόμβους.

 

Τον επόμενο χρόνο αρχίζει η πώληση του VMS V1.0. του λειτουργικού συστήματος για την οικογένεια VAX. Στόχος του VMS ήταν η μέγιστη συμβατότητα μεταξύ των συστημάτων έτσι ώστε να μπορούν να μοιραστούν πληροφορίες και προγράμματα. Το VMS V1.0 υποστηρίζει την γλώσσα προγραμματισμού FORTRAN IV, το δίκτυο DECnet και έχει 64 MB όριο κύριας μνήμης. Το τελευταίο σύστημα 36-bit  διατίθεται στην για αγορά: Η Digital διαφημίζει το DECsystem-2020 ως «το φθηνότερο κεντρικό υπολογιστή (mainframe) του κόσμου». Ιδιαίτερη επιτυχία γνώρισε το τερματικό VT100, το πρώτο βίντεο-τερματικό της εταιρίας που υποστηρίζει την ANSI κωδικοποίηση χαρακτήρων.

 

Ο πρώτος αποκλειστικά από την Digital κατασκευασμένος μικροεπεξεργαστής, ο F11, τροφοδοτεί τις LSI-11/23 κάρτες του 1979. Ο PDP-11/23 έρχεται να καλύψει το κενό μεταξύ του μικρού PDP-11/03 και του μεσαίου PDP-11/34. Οι οικογένεια τον δίσκων ενδυναμώνεται με το μοντέλο RL02 που προσφέρει διπλάσια χωρητικότητα και ανεκτά επίπεδα θορύβου. Το τελευταίο μηχάνημα της σειράς PDP-11, το PDP-11/44, που είναι υλοποιημένο με διακριτά στοιχεία (discrete logic) βγαίνει στην αγορά.

 

Το 1980 η Digital βελτιώνει το δίκτυο DECnet παρουσιάζοντας το DECnet Phase III που υποστηρίζει μέχρι και 200 κόμβους. Έρχεται ο διάδοχος του VMS v1.0 το VMS v2.0 που διαθέτει την μεγαλύτερη πληθώρα γλωσσών προγραμματισμού στην αγορά. Σε συνεργασία με την Intel και Xerox ξεκινά ο σχεδιασμός του τοπικού δικτύου Ethernet. H οικογένεια VAX απόκτα το δεύτερο μέλος της, το VAX-11/750, που είναι το o πρώτος LSI 32-bit υπολογιστής της βιομηχανίας. Η RM80 μονάδα δίσκου είναι η πρώτη της εταιρίας που βασίζεται στην τεχνολογία Winchester της IBM.

 

Η τέταρτη γενιά PDP-11 ανακοινώνεται με εκπρόσωπο το PDP-11/84 το 1981. To τερματικό VT125 είναι ένα βελτιωμένο VT100 με επεκτάσεις για αναπαράσταση δεδομένων όπως γραφικές παραστάσεις. Παρουσιάζεται το πρώτο μηχάνημα της σειράς DECmate που στηρίζεται στο VT278 υπολογιστικό τερματικό και διαθέτει οθόνη, πληκτρολόγιο, ΚΜΕ (PDP-8) και διεπαφές περιφερειακών, όλα σε μια ενότητα. Τον Οκτώβρη η αρχιτεκτονική πληροφοριών για συστήματα VAX γίνεται διαθέσιμη.

 

Κορυφή

Ωριμότητα - Τέλμα (1982-1992)

 

To 1982 έρχεται το λειτουργικό VMS v3 που υποστηρίζει τους υπάρχοντες επεξεργαστές VAX-11/750, VAX-11/780 και τον νέο VAX-11/782 (διπλός VAX-11/780). Το VMS v3 περιλαμβάνει υποστήριξη ασύμμετρης πολυεπεξεργασίας (ASMP) για το μοντέλο VAX-11/782 καθώς και υποστήριξη για νέες αρχιτεκτονικές, διαύλους, πρωτόκολλα και συσκευές μαζικής αποθήκευσης. Ο VAX-11/730 είναι ένας μικρότερος VAX-11/750. Τον Μάη η Digital ξεκινά την πώληση των πρώτων της προσωπικών υπολογιστών: την οικογένεια Professional 300 που βασίζεται στον PDP-11, την οικογένεια Rainbow 100 που βασίζεται στο Intel 8086 και τον DECmate II που βασίζεται στον PDP-8. Μια νέα ιδέα στο λογισμικό γραφείου είναι το ALL-IN-1 που συγκεντρώνει επεξεργαστή κειμένου, ημερολόγια, E-Mail και βάσεις δεδομένων σε μία δικτυακή εφαρμογή. Το Κέντρο Υποστήριξης Πελατών της Colorado Springs δοκιμάζει πιλοτικά την «Τεχνολογία Απομόνωση Σφάλματος» για την υποστήριξη των συστήματων με λειτουργικά TOPS και VMS. Στο τομέα των μονάδων δίσκου οι μονάδες RA60, RA81 και η «Αρχιτεκτονική Αποθήκευσης της DIGITAL» (DIGITAL Storage Architecture - DSA) φέρνουν την Digital στην κορυφή της κατηγορίας.

 

Το 1983 η Digital συνδέεται στο Διαδίκτυο. Εγκαθιστά Διαδικτυακές υπηρεσίες όπως ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, αρχείο FTP και USENET news hub. Εγκαθιστά το πρώτο της δίκτυο υποστήριξης πολλαπλών προμηθευτών (multivendor) παρέχοντας πλήρης υποστήριξη για όλα τα προϊόντα είτε είναι δικά της είτε όχι. Παράλληλα παρουσιάζει ένα κατανεμημένο σύστημα, το VAXclusters, που επέτρεπε σε πολλαπλούς υπολογιστές VAX να εργάζονται σαν ένας, το HSC50: το πρώτο έξυπνο υποσύστημα δίσκων της εταιρίας, την πρώτη LSI-11 κάρτα βασισμένη σε τεχνολογία CMOS:  την LSI-11/73 και την επέκταση του δικτύου DECnet Phase III: την DECnet Phase IV. Η Phase IV σηματοδοτεί την μετάβαση στο Ethernet και υποστηρίζει χιλιάδες κόμβους. Ένα πρωτοποριακό σύστημα, το DECtalk, επιτρέπει στους υπολογιστές να μιλάνε αντί να εμφανίζουν τα δεδομένα στην οθόνη, και για πρώτη φορά παρέχονται ενημερώσεις λογισμικού από απόσταση, από τις εγκαταστάσεις της Colorado Springs.   

 

Ο ΤΚ50 , το 1984, είναι ο πρώτος οδηγός που χρησιμοποιεί μαγνητοταινία τύπου CompacTape και επιτρέπει την ελεύθερη εναλλαγή των καταγεγραμμένων δεδομένων. Ανακοινώνεται το σύστημα διαχείρισης σχεσιακών βάσεων δεδομένων Rdb για όλες τις οικογένειες επεξεργαστών  VAX. Αρχίζει η παραγωγή του VAX-11/785 του δυνατότερου υπολογιστή στην οικογένεια VAX τότε. Παρουσιάζεται το ULTRIX-32, ένα είδος UNIX για υπολογιστές VAX. Είναι παράγωγο του 4.2BSD UNIX  που αναπτύχθηκε από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Berkley. Η νέα έκδοση 4 του VMS που υποστηρίζει τους επεξεργαστές των VAX 8600, MicroVAX I και ΙΙ, το σύστημα VAXclusters και πληθώρα άλλων βελτιώσεων, βγαίνει στην αγορά. Ο VAX 8600 είναι ο πρώτος μιας νέας γενιάς μέσα στην οικογένεια VAX και ο ταχύτερος υπολογιστής στην ιστορία της Digital. Ο υπολογιστής VAXstation I είναι ο πρώτος 32-bit  σταθμός εργασίας (workstation) της εταιρίας και βασίζεται στον επεξεργαστή  MicroVAX Ι, έναν από τους πρώτους που υλοποιήθηκαν σε VLSI (Very Large Scale Integration).

 

Η Digital ενισχύει το λογισμικό για την πλατφόρμα των VAX με το πρώτο της σύστημα πραγματοποίησης δοσοληψιών, το ACMS (Application, Control and Management System). Το VMS v4.4 έρχεται να υποστηρίξει άλλους 8 νέους VAX υπολογιστές. Τους VAX 8200, 8250, 8300, 8350, 8500, 8550, 8700 και 8800. Το σύστημα MicroVAX II παρουσιάζεται, το οποίο στηρίζεται στο ολοκληρωμένο MicroVAX και το δίαυλο Q22. Το ολοκληρωμένο MicroVAX είναι κατασκευασμένο αποκλειστικά με τεχνολογία ολοκλήρωσης της Digital και είναι το πρώτο ολοκληρωμένο που δηλώθηκε κάτω από τον Νόμο Προστασίας Ημιαγωγών του 1984. Η Digital γίνεται η πρώτη εταιρία που αποκτά Internet Domain. Το MicroPDP-11/83 είναι το πιο δυνατό μηχάνημα 16-bit που χρησιμοποιεί το δίαυλο Q (Q-bus). Ο  σταθμός εργασίας VAXstation II/GPX συνδυάζει την δύναμη του MicroVAX II και το νέο GPX chipset, έναν συν-επεξεργαστή γραφικών, για να προσφέρει έγχρωμα γραφικά στην αγορά του UNIX.

 

Η Digital ήταν η πρώτη που δημιούργησε τείχος προστασίας (Internet Firewall) το 1986. Εγκαθιδρύει το http://gatekeeper.dec.com σαν ένα μεγάλο Ιστότοπο που φιλοξενεί αρχεία (FTP). Εισάγονται τα συστήματα VAX 8800, 8300 και 8200. Είναι τα πρώτα VAX με διπλούς επεξεργαστές και συμπεριλαμβάνουν ένα νέο υψηλής απόδοσης δίαυλο εισόδου/εξόδου το VAXBI. H ανακοίνωση της στρατηγικής καλωδίωσης DECconnect καθώς και σχετικών προϊόντων και υπηρεσιών επεκτείνει την ηγετική θέση της Digital στον τομέα της δικτύωσης υπολογιστών. Η Digital ξεκινά της λειτουργία της πρώτης σχεδιασμένης για υπηρεσίες από απόσταση κτιριακής εγκατάσταση στη Colorado Springs  του Κολοράντο. Το κτίριο διαθέτει εφεδρικές παροχές ηλεκτρισμού, εφεδρικές μπαταρίες, γεννήτριες για έκτακτη ανάγκη και πολλαπλές γραμμές τηλεφώνων έτσι ώστε η υπηρεσίες να είναι πάντοτε διαθέσιμες.

 

H ενίσχυση της σειράς VAX συνεχίζεται και το 1987 με τα μοντέλα VAX 8978 και 8974 που περιλαμβάνουν 2.5 GB αποθηκευτικό χώρο. Η σειρά VAXstation αποκτά ως νέο μέλος το VAXstation 2000 τον πρώτο σταθμό εργασίας της Digital με κόστος κάτω από 5000 δολάρια. Ο νέος VLSI επεξεργαστής CVAX που έρχεται να αντικαταστήσει τους υπάρχοντες επεξεργαστές της σειράς  MicroVAX είναι ο πρώτος CMOS επεξεργαστής κατασκευασμένος εξ ολοκλήρου από την Digital. Ο CVAX πρωτοεμφανίζεται στους υπολογιστές MicroVAX 3500 και MicroVAX 3600.  

 

Το 1988 η Digital προσθέτει υποστήριξη των συστήματων MS-DOS, UNIX και Macintosh στο δικτυακό της περιβάλλον οpen DECnet/OSI. To τρίτο υπολογιστικό σύστημα που βασίζεται στον επεξεργαστή CVAX, το VAX 6200, είναι το πρώτο της οικογένειας VAX 6000, που γίνεται διαθέσιμο. Παράλληλα, διατίθεται το VMS v5.0, που έρχεται να υποστηρίξει τον VAX 6200, ενώ ανακοινώνεται  το DECtp ένα περιβάλλον ανάπτυξης εφαρμογών δοσοληψιών. Η Διασύνδεση Ψηφιακών Αποθηκευτικών Συστημάτων (Digital Storage Systems Interconnect/DSSI) εισάγεται με αρχή τα συστήματα MicroVAX 3300/3400. Το DSSI είναι ο πρόγονος του προτύπου SCSI (Small Computer System Interface).

 

To 1989 η Digital παράγει το πρώτο της σταθμό εργασίας βασισμένο σε αρχιτεκτονική RISC, το VAXstation 3100. O VAXstation 3100 στηρίζεται στο επεξεργαστή MIPS R2000 και το λειτουργικό του σύστημα είναι ULTRIX. Η σειρά VAX 6300, όπως και οι MicroVAX 3800 και 3900, βασίζονται στον νέο επεξεργαστή CVAX+ που κατασκευάζεται με τεχνολογία CMOS 1,5 μικρομέτρου. Ανακοινώνεται το ολοκληρωμένο Rigel, ο τρίτος 32-bit μικροεπεξεργαστής, και είναι κατασκευασμένο με τεχνολογία 1,5 μικρομέτρου. Βρίσκεται ενσωματωμένο στην σειρά VAX 6400 και αργότερα στην 4000. Η τελευταία σειρά mainframe που δεν είναι  βασίζεται σε μικροεπεξεργαστές, η VAX 9000, γίνεται διαθέσιμη στο τέλος του έτους.

 

Από το 1ο έτος της 10ετίας του 1990 οι μηχανικοί λογισμικού της Digital αρχίζουν να συμμετέχουν σε newsgroups του USENET όπου παρέχουν υποστήριξη μέσω του Διαδικτύου. Η πρόσθεση δυνατοτήτων σφαλματανοχής (fault-tolerance) στα συστήματα VAX οδηγεί στην παραγωγή του συστήματος VAXft 3000. Για την καλύτερη αξιοποίησης της πρόσφατα ενοποιημένης Γερμανικής αγοράς εγκαθίσταται ένα κέντρο επιχειρήσεων στο Βερολίνο. H Digital προσφέρει την πρώτη ολοκληρωμένη πρόταση με πακέτα υλικού και λογισμικού για εφαρμογές μεγάλης κρισιμότητας (mission-critical). H πρόταση συνοδευόταν από την κλάση μηχανημάτων VAX 9000 και ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος για τις μελλοντικές premium υπηρεσίες. Με αφορμή τα 20 χρόνια από την πρώτο υπολογιστή της οικογένειας PDP-11 λανσάρει δύο νέα μηχανήματα το PDP-11/94 και το MicroPDP-11/93. Η απόδοσή τους ήταν 40% αυξημένη σε σχέση με  τα κορυφαία μηχανήματα της προηγούμενης γενιάς. Αρχίζει η διάθεση προϊόντων τοπικού δικτύου 2ης γενιάς και του ολοκληρωμένου Mariah με τεχνολογία κατασκευής το 1,0 μικρόμετρο. Τo λειτουργικό VMS υιοθετεί τα ανοιχτά πρότυπα της ΙΕΕΕ (Institute of Electrical and Electronic Engineers) ενώ η έκδοση 5.4 έρχεται για να υποστηρίξει τα VAX6500-510, VAX6500-520 και  VAX 6000-4x0.

 

Το 1991 η Digital είναι η πρώτη εταιρία που προσφέρει προϊόν Tunneling για το Διαδίκτυο. Επίσης μπαίνει στον χώρο των δίσκων στερεάς κατάστασης (Solid State Drive) με τον EZ51. Εφαρμόζει την στρατηγική “Open Advantage” που ως στόχο είχε να κάνει την Digital ηγέτη της αγοράς παρέχοντας ανοιχτές (open) λύσεις που να δίνουν στον πελάτη την ευκαιρία να χρησιμοποιεί  τις καλύτερες εφαρμογές που υπάρχουν στην καλύτερη τιμή. Τα οικονομικά προβλήματα από τις αποτυχημένες στρατηγικές πώλησης του παρελθόντος έχουν γίνει ορατά και η Digital ψάχνει διεξόδους από την κρίση.  Η phase V του DECnet παρουσιάζεται, η οποία υποστηρίζει το πρότυπο OSI και το μέγεθος του δικτύου δεν έχει πια κανένα περιορισμό. Στο πνεύμα της Open Advantage η Digital αναπτύσσει τον πρώτο Object Request Broker (ORB) της αγοράς που επιτρέπει τον συνδυασμό συστημάτων από διάφορους κατασκευαστές για την δημιουργία κατανεμημένων συστημάτων. Αρχικά ονόμασε αυτή την υπηρεσία “Application Control Architecture” και ύστερα “ObjectBroker”. Κατασκευάζει τον 4ο 32-bit μικροεπεξεργαστή VAX τον ΝVAX στα 0,75 μικρόμετρα. Ο NVAX (αρχιτεκτονικής CISC) περιέχεται στην σειρά VAX 6600 και υπόσχεται καλύτερες επιδόσεις από τις RISC λύσεις των IBM και HP (Hewlett Packard). Επιτυγχάνεται μια συνεργασία με την Microsoft έτσι ώστε να υποστηρίζουν τα Windows τους εξυπηρετητές της Digital που τρέχουν λογισμικό PATHWORKS. Για την υποστήριξη των νέων συστημάτων MicroVAX 3100, σειρά VAX 6000-6xx, σειρά VAXserver 6000-6xx, σειρά VAX 4000 και σειρά VAXstation 4000 παρουσιάζεται το VMS v5.5.

 

Η Digital καινοτομεί και πάλι  παρουσιάζοντας την αρχιτεκτονική Alpha τον Φλεβάρη του 1992. Πρόκειται για μία ολοκαίνουρια 64-bit RISC ανοιχτή αρχιτεκτονική που υπόσχεται να καλύψει τις ανάγκες μια μεγάλης μερίδας χρηστών υποστηρίζοντας πολλαπλά λειτουργικά συστήματα και αυξάνοντας την απόδοση κατά 1000 φορές μέχρι το τέλος της 25ης ανάπτυξής της. Το πρώτο ολοκληρωμένο είναι το 21064 με κύκλο ρολογιού 200 MHz που ήταν πρωτοφανές για εκείνη την εποχή. Στο πλαίσιο διαφήμισης παρέχει υλικό και λογισμικό αναγνώρισης φωνής στην ιστιοπλοϊκή ομάδα America3 Foundation για την ευκολότερη επικοινωνία με τον υπολογιστή. Ο διάδοχος των κέντρων δεδομένων της σειράς VAX 6000, η σειρά VAX 7000, γίνεται διαθέσιμη με δυνατότητες αναβάθμισης στο μέλλον με Alpha επεξεργαστές. Παρουσιάζεται το DECpc LP, ο πρώτος σχεδιασμένος και κατασκευασμένος εξολοκλήρου από την Digital προσωπικός υπολογιστής. Βασίζεται στους επεξεργαστές Intel 386 και Intel 486. Εισάγει στην αγορά 5 νέους σταθμούς εργασίας και εξυπηρετητές βασισμένους στην νέα 64-bit Alpha πλατφόρμα καθώς και το λειτουργικό OpenVMS/XMP 1.0 που τους υποστηρίζει. Παράλληλα εγκαθιστά το πρώτο εμπορικό τείχος προστασίας της βιομηχανίας.

 

Κορυφή

Κρίση (1993-1997)

 

H Digital ανακοινώνει το 1993 την νέα γενιά λύσεων αποθήκευσης StorageWorks που βασίζονται στο ευρέως χρησιμοποιούμενο πρότυπο SCSI-2. Στο πλαίσιο της υποστήριξης πολλαπλών κατασκευαστών  τα τμήματα Multivendor Customer Service (MCS) και DIGITAL Consulting Services διαθέτουν 10 νέες υπηρεσίες που έχουν σχεδιαστεί για να επιτρέπουν στους πελάτες να κατασκευάζουν και να διαχειρίζονται ανοιχτά συστήματα  Πελάτη/Εξυπηρετητή σε όλο τον κόσμο. Αρχίζει η διάθεση του νέου 64bit UNIX της Digital για τα Alpha συστήματα, του OSF/1. Για τα συστήματα VAX διατίθεται το OpenVMS/VAX v6.0. Σε συνεργασία με την Microsoft ξεκινά την διάθεση Windows NT για συστήματα Alpha. Ο πρώτος υπολογιστής με προεγκατεστημένα Windows NT είναι το DECpc AXP 150. Ο πρώτος μεταγωγέας (switch) FDDI (Fiber Distributed Data Interface) με πάνω από 3 Gbit/s εύρος ζώνης γίνεται διαθέσιμος από την Digital, o GIGAswitch/FDDI. Παραδίδει το πρώτο σύστημα video-on-demand  για μια πρώιμη δοκιμή επικοινωνιών υψηλών ταχυτήτων (broadband). Τον Οκτώβριο συνεχίζει την πρωτοβουλία στα ανοιχτά συστήματα Πελάτη/Εξυπηρετητή διαθέτοντας ακόμα 150 προϊόντα και υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο. Τον ίδιο μήνα ανεβάζει την ιστοσελίδα της με διεύθυνση www.digital.com.

 

Το 1994 κάνει τα αποκαλυπτήρια του εξυπηρετητή DIGITAL 2100 Alpha AXP που υποστηρίζει το πρότυπο δίαυλο PCI. Ξεκινά η διάθεση των λειτουργικών OpenVMS/VAX v6.1 και OpenVMS/Alpha v6.1 για τα συστήματα VAX και Alpha αντίστοιχα. Για τα συστήματα Alpha γίνεται διαθέσιμο και το OSF/1 v3.0. Τον Αύγουστο δημοσιεύεται η περιγραφή του 21164, του ολοκληρωμένου της επόμενης γενιάς των μικροεπεξεργαστών  Alpha. Η ταχύτητά του φτάνει τα 300 MHz. Διατίθεται η οικογένεια επιτραπέζιων προσωπικών υπολογιστών (desktop PCsCelebris για απόδοση και Venturis για επαγγελματική χρήση. Τα αποτελέσματα των εκλογών της Πολιτείας της Καλιφόρνια γίνονται για πρώτη φορά διαθέσιμα μέσω Διαδικτύου από τον ειδικό για αυτό τον σκοπό εξυπηρετητή της Digital. Σε συνέχεια του GIGAswitch/FDDI διατίθεται το GIGAswitch/ATM για τα δίκτυα ΑΤΜ (Asynchronous Transfer Mode). Τέλος, μπαίνει στον κόσμο των φορητών υπολογιστών με το HiNote Ultra.

 

Ο πρώτος επαγγελματικός μεταγλωττιστής FORTRAN  μεγάλων επιδόσεων γίνεται διαθέσιμος από την Digital το 1995. O AlphaServer 8400 υποστηρίζει μέχρι 12 Alpha 21164 μικροεπεξεργαστές και 14 GB μνήμης κάνοντάς τον ισάξιο με mainframes και υπέρ-υπολογιστές. Παρουσιάζεται ένα σχέδιο για Ιδεατά Δίκτυα και την ενσωμάτωση LAN, WAN και ΑΤΜ. Ενισχύεται  η συμβατότητα του OpenVMS με τα Windows NT  με την διάθεση του «Προγράμματος Συγγένειας» (Affinity Program) για το OpenVMS που περιλαμβάνει λογισμικό και υπηρεσίες για το χτίσιμο διαπλατφορμικών εφαρμογών. Τον Μάιο με Ιούνιο γίνονται διαθέσιμα τα OpenVMS/VAX v6.2 και OpenVMS/Alpha v6.2 ενώ τον Δεκέμβριο οι εκδόσεις 7.0. Διαμορφώνεται μια στρατηγική συνεργασία μεταξύ Digital και Microsoft για την υποστήριξη της όλο και αυξανόμενης ζήτησης για λύσεις που βασίζονται σε λογισμικό της Microsoft. Παρουσιάζεται ο FX!32, ένας υψηλών προδιαγραφών εξομοιωτής που επιτρέπει x86 win32 προγράμματα να τρέξουν σε υπολογιστές Alpha που έχουν σαν λειτουργικό Windows NT. Λίγο πριν την αλλαγή του έτους παρουσιάζεται η AltaVista, η πρώτη προηγμένη μηχανή αναζήτησης του Διαδικτύου.

 

Τον Ιανουάριο του 1996 η Digital ανακοινώνει το πρώτο υπολογιστή βασισμένο σε αρχιτεκτονική Συμμετρικής Πολυεπεξεργασίας (Symmetric Multiprocessing/SMP) τον Prioris ZX 5133MP υπέρ-εξυπηρετητή. Παράλληλα παρουσιάζει τον πρώτο της επεξεργαστής αρχιτεκτονικής ARM, τον SA-110 StrongARM, που στοχεύει στις φορητές συσκευές όπως PDAs. Διαθέτει στην αγορά την νέα έκδοση (v4) του UNIX της για Alpha υπολογιστές μετονομάζοντας το OSF/1 AXP σε DIGITAL Unix. Στον τομέα της διαφήμισης γίνεται ο πρώτος χορηγός επικοινωνίας για τον 100ο Μαραθώνα της Βοστόνης. Διαθέτει νέες υπηρεσίες κάτω από την φίρμα AltaVista όπως τον AltaVista Email Server (Εξυπηρετητή Ηλεκτρονικού Ταχυδρομείου) ενώ οι επεξεργαστές Alpha 21164 χρονίζονται ακόμα πιο ψηλά με δύο νέες εκδόσεις στα 500 και 433 MHz. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναθέτει στην Digital το συμβόλαιο της ασφαλούς ανακύκλωσης απαρχαιωμένου υπολογιστικού εξοπλισμού από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες αξίας 1 εκατομμυρίου λιρών. Η Digital γίνεται τον Ιούλιο η πρώτη εταιρία που λειτουργεί ένα Network Access Point (NAP) όταν ανοίγει το DIGITAL Internet  Exchange στο Palo Alto της Καλιφόρνια. To Νοέμβριο παρουσιάζει την σειρά εξυπηρετητών εφαρμογών (application server) Prioris HX 6000 βασισμένους σε Intel Pentium Pro στα 200 MHz ενώ τον Δεκέμβριο την νέα έκδοση 7.1 των OpenVMS/VAX και OpenVMS/Alpha.

 

Στην αρχή του επόμενη έτους ανακοινώνει έναν σκληρό δίσκο μεγέθους 9 GB που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συστήματα StorageWorks RAID ξεπερνώντας τελικά σε αποθηκευτικό χώρο το 1 TB. Ξεκινά την Υπηρεσία Υποστήριξης Πελατών (Client Support Service) που προσφέρει πλήρης υποστήριξη στον τελικό χρήστη ανάλογα με τις ανάγκες του.  Επίσης παρουσιάζει το Millicent ένα σύστημα μικροπληρωμών μέσω Διαδικτύου. Με περισσότερες από 1 εκατομμύριο θέσεις Microsoft Exchange με συμβόλαιο, η Digital, έχει γίνει ο κορυφαίος πάροχος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων σε μεγάλους παγκόσμιους λογαριασμούς. Τον Ιούλιο, η ιστοσελίδα της Digital για την εξερεύνηση του Άρη, παρέχει τη πρώτη μετάδοσης εικόνας και ήχου σε πραγματικό χρόνο σε πάνω από 1 εκατομμύριο θεατές. 

 

Κορυφή

Εξαγορά από την Compaq (1998)

 

Μπορεί ερευνητικά η Digital να ήταν πρωτοπόρος σε πολλούς τομείς αλλά οικονομικά δεν τα πήγαινε τόσο καλά. Το απαρχαιωμένο σύστημα πωλήσεων της έκανε δύσκολη την διάθεση των προϊόντων της και δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί άλλες εταιρίες του χώρου όπως η Sun και η Silicon. Τελικά το 1997 ολόκληρος ο τομέας  ολοκληρωμένων πουλήθηκε στην Intel εκτός από τα δικαιώματα των μικροεπεξεργαστών Alpha αντί 700 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι άμεσοι διάδοχοι των επεξεργαστών StrongARM είναι οι ΧScale. Διάφορα μέρη της εταιρίας είχαν ήδη πουληθεί και άλλα πουλήθηκαν αργότερα τον ίδιο χρόνο σε μικρότερες εταιρίες. Τελικά στις 26 Ιανουαρίου του 1998 οτιδήποτε απέμενε στην κυριαρχία της Digital πωλήθηκε στην Compaq αντί 9.6 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αυτή η συνένωση δημιούργησε την δεύτερη μεγαλύτερη εταιρία υπολογιστών στον κόσμο με έσοδα πάνω από 37 δισεκατομμύρια δολάρια. Τελικά η Compaq πωλήθηκε και αυτή στην Hewlett Packard η οποία ακόμα και σήμερα διαθέτει κάποια προϊόντα της Digital με την δική της επωνυμία όπως το HP StorageWorks.

 

Κορυφή

Περισσότερα

 

Ø  Documenting Digital

Ø  Digital Equipment Corp - Early History, Attempt At Restructuring, Takeover By Compaq Computer Corp.

Ø  Digital Equipment Corporation

Ø  GBell's CyberMuseum for Digital Equipment Corp (DEC): Documents, Photo Albums, Talks, and Videotapes about Computing History

 

 

Χαλβαντζής Χρήστος

Α.Μ. 1115200400163

Για την Ιστορία της Πληροφορικής και των Τηλεπικοινωνιών

Σεπτέμβριος 2009