Αγάπη, Ινδιάνοι και Αρχή της Απροσδιοριστίας

04 of July 2025 (Home)

Μόλις τελείωσα τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, ύστερα από 5-6 συνεχόμενες μέρες εξουθενωτικού non-stop διαβάσματος στην οθόνη του υπολογιστή μου. Το βιβλίο δεν με συγκλόνισε αλλά θα μου δώσει τώρα αφορμή για να αναφερθώ σε διάφορα ζητήματα, παντελώς ασυσχέτιστα μεταξύ τους.

Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέφσκι

Ο πρίγκιπας Μίσκιν, ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος, είναι απελπιστικά απλός αλλά απόκοσμα καλός. Ο συγγραφέας αφηγείται τις περιπέτειές του μέσα σε έναν κόσμο ύπουλο και ανήθικο. Για να μην τα πολυλογώ, η ιστορία ξετυλίγεται γύρω από την σχέση του με την Ναστάσια Φιλίπποβνα και την Αγλαΐα Ιβάνοβνα.

Το βιβλίο αποτελείται (αν αγνοήσουμε για τώρα τις ενδιαφέρουσες παρενθέσεις του συγγραφέα) από 700 σελίδες παραλογισμών. Χοντρικά, ο Μίσκιν είναι πρόθυμος να θυσιάσει την ζωή του για να ανυψώσει από την λάσπη την καλλονή Ναστάσια, αλλά αυτή με την σειρά της θεωρεί τον εαυτό της ανάξιο του πρίγκιπα. Η Αγλαΐα, που σε αντίθεση με την Ναστάσια είναι έστω ελάχιστα λογική, τον αγαπά αλλά αρέσκεται (άγνωστο γιατί) στο να τον προσβάλει χυδαία.

Καλοσύνη και Αγάπη

Εσύ είχες ποτέ μοιάσει με τον Μίσκιν; Θυμάμαι πως όταν ήμουν μικρός, όταν πήγαινα δημοτικό δηλαδή, είχα βάλει ως στόχο της ζωής μου να καταφέρω το μέγιστο καλό. Ντρέπομαι από την ανάμνηση, αλλά ήθελα χαρακτηριστικά να γίνω κάποτε άγιος (!). Χαίρομαι που ξεπέρασα εκείνη την φάση... Έχω την εντύπωση πως η στάση αυτή ήταν προϊόν αποτελεσματικού over-socialization. Ξαφνιάστηκα όταν σε άρθρο της Nicky Case αναγνώρισα το ίδιο ακριβώς μοτίβο, αν και σε μεταγενέστερη (κατά πολύ) ηλικία.

Άσχετο, αλλά όχι και τόσο! Είχα διαβάσει κάποτε σε μια ιστοσελίδα του ενενήντα (που δεν μπορώ πλέον να ξεθάψω), πως θα ήταν απίστευτα πρακτικό και επαναστατικό εάν μοιραζόταν ο κάθε ένας από εμάς την ιστορία της ζωής του στο διαδίκτυο. Το ίντερνετ ήταν τότε άναρχο και προσωπικό, δεν είχαν εισβάλει ακόμα οι πολυεθνικές. Ο αρθρογράφος είχε την ελπίδα πως με αυτόν τον τρόπο θα αποκτούσαμε νέα γνώση για την σύγχρονη ζωή, πως θα αναγνωρίζαμε στις αφηγήσεις μας κάποια πανανθρώπινα κοινά μοτίβα!

Θα επικεντρωθώ τώρα στο ζήτημα της αγάπης. Δεν είναι απίστευτο το ότι, χωρίς την πολυπλοκότητά της, η παγκόσμια λογοτεχνία θα ήταν χιλιάδες φορές φτωχότερη (ή έστω, συντομότερη); Για να είμαι ειλικρινής, εκνευρίστηκα από τον αστάθεια και την επαναληψιμότητα του μυθιστορήματος. Έχω και εγώ χαλάσει δεκάδες ώρες προσπαθώντας να εντοπίσω συναισθήματα πίσω από μηνύματα. Δεν είναι μήπως παράλογο το γεγονός πως το White Nights του Ντοστογιέφσκι, με τα ασυνάρτητα άλματά του από σχέση σε friend-zone και τούμπαλιν, εξακολουθεί να πουλάει παρόλο το μηδενικό, στην ουσία, περιεχόμενό του; Σήμερα, το μέσο εμπορικά επιτυχημένο βιβλίο είναι romance με πολύχρωμο εξώφυλλο, bold γράμματα και 20% opacity (μιας και λίγοι είναι αυτοί που διαβάζουν πλέον λογοτεχνία).

Είναι ενδιαφέρουσα η αντίθεση μεταξύ του έρωτα από την οπτική γωνία του Ντοστογιέφσκι και εκείνη των σύγχρονων συγγραφέων (ή των υπόλοιπων γνωστών της εποχής του, εδώ που τα λέμε). Τα μυθιστορήματα του Ντόστο (όσα γνωρίζω δηλαδή) παρουσιάζουν την αγάπη σαν κάτι συναλλαγματικό, σαν ένα εργαλείο προς τον απόλυτο στόχο της γνώσης. Αισθάνομαι πως η αλήθεια βρίσκεται κάπου στην μέση.

Όσον αφορά τις φιλίες με γυναίκες, έχω παρατηρήσει πως στην πράξη έχουν κατά μέσο όρο ασύγκριτα περισσότερο ενδιαφέρον. Ο άντρας θα σου μιλήσει στη χειρότερη για ποδόσφαιρο ή για κανένα παιχνίδι (έχει δηλαδή fallback), αλλά η γυναίκα θα αναγκαστεί σε κάθε περίπτωση να κοπιάσει για να φέρει στην συζήτηση κάτι πρωτότυπο και ουσιώδες. Είναι κρίμα που η αρπακτική συμπεριφορά του μέσου άντρα τις υποχρεώνει να επιστρατεύουν ένα προληπτικό στρώμα πάγου στις νέες τους γνωριμίες. Οι φιλίες με τους άντρες από την άλλη σχηματίζονται κατά κανόνα αστραπιαία, πολλές φορές ύστερα από πέντε μονάχα λεπτά συζήτησης.

Πρόγονοι και Νοημοσύνη

Αλλάξαμε θέμα, ξύπνα χαϊβάνι, άιντε (μ' αρέσουν τα τούρκικα). Το βιβλίο που ενέπνευσε το άρθρο γράφτηκε το 1867. Έχω να πω πως με εντυπωσίασαν οι συχνές αναφορές στο γυναικείο ζήτημα (φεμινισμός) όσο και στον ανερχόμενο σοσιαλισμό. Λόγου χάρη, η Αλεξάνδρα θέλει να κόψει τα μαλλιά της και η μητέρας της τρελαίνεται. Η Αγλαΐα θέλει να γίνει «κυρία του εαυτού της», να σπουδάσει στην Ρώμη και να καθυστερήσει τον προγραμματισμένο της γάμο. Ο κύκλος της ανώτερης τάξης στην βίλα των Επάντσιν συζητά για τον μηδενισμό και για όλους τους άλλους δυτικούς, αχόρταγους δαίμονες που ανυπομονούν να εισβάλουν στην Ρώσικη κοινωνία.

Συχνά υποτιμάμε την νοημοσύνη των προγόνων μας. Πριν μια εβδομάδα έκανα μια προσπάθεια να διαβάσω την «Αυγή των Πάντων» αλλά τα παράτησα στην μέση. Βαρέθηκα! Ωστόσο, και αυτό έχει ενδιαφέρον, το βιβλίο αποδεικνύει επιστημονικώς πως οι πρωτόγονοι Ινδιάνοι δεν ήταν σε καμία περίπτωση «simpletons». Ίσα ίσα, η συκοφαντική δυσφήμηση της νοημοσύνης αυτών των φυλών (που επιβιώνει σε έναν βαθμό έως και σήμερα) οφείλεται μάλλον στην προσπάθεια Ευρωπαίων κατακτητών να εξαγνίσουν τις σφαγές τους και να προστατεύσουν τα καθεστώτα τους από μια ενδεχόμενη ανατροπή, εξισώνοντάς τους εχθρούς τους με τα ζώα. Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως ο φιλελεύθερος σύγχρονος άνθρωπος εμφανίζει πολλές περισσότερες ιδεολογικές ομοιότητες με τον Ινδιάνο παρά με τον Ευρωπαίο του 18ου αιώνα. Συγκεκριμένα: «Είναι σχεδόν αδύνατον να βρείτε έστω και έναν συγγραφέα στη δυτική παράδοση, από τον Πλάτωνα ως τον Μάρκο Αυρήλιο και τον Έρασμο, (εν γένει πριν τον 19ο αιώνα) που να μην ξεκαθάρισε ότι ήταν αντίθετος στα ιδανικά της ελευθερίας, της ισότητας και της δημοκρατίας». Τελικά ποιός διαφώτισε ποιόν;

Οι ανθρωπολόγοι που περνούν χρόνια μιλώντας με αυτόχθονες στη δική τους γλώσσα, και τους βλέπουν να συζητούν μεταξύ τους, συνήθως αντιλαμβάνονται πολύ καλά ότι ακόμα κι εκείνοι που ζουν κυνηγώντας ελέφαντες ή μαζεύοντας μπουμπούκια λωτού είναι εξίσου σκεπτικιστές, ευφάνταστοι, στοχαστικοί και ικανοί για κριτική ανάλυση όσο εκείνοι που ζουν οδηγώντας τρακτέρ, διευθύνοντας εστιατόρια ή διοικώντας πανεπιστημιακά τμήματα [εξάλλου, είναι ζήτημα εάν η βιολογία του εγκεφάλου μας έχει αλλάξει έστω και ελάχιστα τις τελευταίες χιλιετίες]. Κάποιοι λίγοι, όπως ο επιστήμονας των αρχών του 20ού αιώνα Πολ Ρέιντιν, στο βιβλίο του Primitive Man as Philosopher (1927), συμπέρανε ότι τουλάχιστον εκείνοι τους οποίους γνώριζε καλύτερα – οι Γουινεμπέιγκο και άλλοι ιθαγενείς Βορειοαμερικανοί – ήταν στην πραγματικότητα, κατά μέσο όρο, μάλλον πιο στοχαστικοί. (The Dawn of Everything)

Το επεισόδιο «Ugh» του Μπομπ Σφουγγαράκη είναι λοιπόν δυτικόφιλη προπαγάνδα. Το βιβλίο, συγγραφέας του οποίου είναι παρεμπίπτοντος εν μέρει ο Graeber (πέθανε κάτι μέρες μετά την δημοσίευση), μας παρουσιάζει τον Καντιαρόνκ, έναν δημοφιλή ιθαγενή Ινδιάνο με συγκλονιστικά καθαρή σκέψη.

«Σοβαρά φαντάζεσαι», λέει ο Καντιαρόνκ, «ότι θα ήμουν ευτυχισμένος αν ζούσα σαν τους κατοίκους του Παρισιού, κάνοντας δύο ώρες κάθε πρωί για να βάλω το πουκάμισό μου και να περιποιηθώ τον εαυτό μου, αν υποκλινόμουν κι έσκυβα το κεφάλι σε κάθε ενοχλητικό χοντράνθρωπο που θα αντάμωνα στον δρόμο, επειδή έτυχε να γεννηθεί με μια κληρονομιά; Πραγματικά φαντάζεσαι ότι θα μπορούσα να κουβαλώ ένα πουγκί γεμάτο νομίσματα χωρίς να τα δώσω αμέσως στους ανθρώπους που πεινούν; Ότι θα έφερα σπαθί, αλλά δεν θα το γύμνωνα αμέσως μπροστά στην πρώτη ομάδα τραμπούκων που θα έβλεπα να μαζεύει τους άπορους για να τους αναγκάσει να καταταχθούν στο ναυτικό;» (The Dawn of Everything)

Θα φανταζόσουν ποτέ πως ένας Ινδιάνος (μεγαλωμένος στην φυλή του) είναι σε θέση να πει κάτι τόσο θεμελιωδώς έξυπνο; Το βιβλίο ασκεί επίσης κριτική σε γνωστά επιχειρήματα ενάντια της αναρχίας. Δεν θα ήθελα να ξεφύγω πολύ τώρα, αν θες ωστόσο ρίξε μια ματιά! (με λίγα λόγια: οι άναρχοι πολιτισμοί είναι αποδεδειγμένα ικανοί να σχεδιάσουν και να διαχειριστούν πολλά περισσότερα από ό,τι πιθανώς νομίζεις· βλέπε «Göbekli Tepe»!)

Αρχή της Απροσδιοριστίας

Αλλαγή θέματος, ξανά. Ήθελα λίγο να φρεσκάρω το Γκέμμα του Λιαντίνη γιατί θυμόμουν πως μου είχε κάνει τότε (δυο χρόνια πριν περίπου) μεγάλη εντύπωση. Καλά θυμόμουν!

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα: Φιλόσοφος με μια κλίση στην αρχαία Ελλάδα και την γερμανική φιλοσοφία. Είχε προγραμματίσει την αυτοκτονία του όσο ήταν ακόμα νέος, γιατί είχε πειστεί (αν έχω καταλάβει σωστά) πως τα γεράματα είναι μια ταπείνωση, μια προσβολή της ίδιας της ζωής.

Ο συγγραφικός του χαρακτήρας είναι απίστευτα ασυνήθιστος. Βάζει το βιβλικό φίδι να συζητά με τον άνθρωπο σαν ηθοποιός σε κωμωδία! Δεν έχει ταμπού, παρουσιάζει μια υγιεινή αντίληψη του έρωτα και είναι τρελούτσικος αλλά με την καλή έννοια. Η σκέψη του είναι πρωτότυπη. Έχει κατά την κρίση μου ένα σοβινιστικό κόλλημα με τους αρχαίους, αλλά το βιβλίο του πρέπει να το διαβάσεις οπωσδήποτε. Περιμένω!

Για να καταλάβεις για τι πράγμα μιλάω, έχει αφιερώσει ολόκληρο κεφάλαιο προσπαθώντας να ερμηνεύσει μακροκοσμικά γεγονότα μέσω της θεωρίας του Heisenberg (τον οποίον είχε και την τύχη να συναντήσει δια ζώσης, όσο ήταν ακόμα εν ζωή)! Ερμηνεύει και τον Ηλίθιο, οπότε να πως βρήκα την πρόφαση που τόσο έψαχνα για να τον αναφέρω.

Η Ναστάσια Φιλίπποβνα, στον Ηλίθιο του Ντοστογιέβσκι, ανάμεσα στη λάσπη του εραστή Ραγκόζιν που τη χρειάζονται τα καρποφόρα δέντρα, και στον αιθέρα του ερωτευμένου πρίγκιπα Μύσκιν που τόσο δυσκολεύει την αναπνοή, είναι τα Δέλτα του p και του x.

Ορίστε λοιπόν μια συλλογή από αποσπάσματα. Όμορφα δεν είναι; Παρέλειψα άθελά μου μέρος της ουσίας. Αν ενδιαφέρεσαι, μπορείς άνετα να βρεις τώρα ένα αντίγραφο του βιβλίου, χαμένο κάπου στο διαδίκτυο.

Ένα λευκό τσακάλι κυνηγά ένα λευκό λαγουδάκι. Στις απέραντες χιονισμένες στέπες του Καναδά. Το σαρκοβόρο είναι πεινασμένο και άγριο ως την άκρη των νυχιών κι ως την άκρη της τρίχας του. Το λαγουδάκι το αλαλιάζει τρελός ο φόβος του θανάτου. Τρέχει σα σφαίρα. Το ένστικτο του ολέθρου, που πλακώνει, πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις φυγής στο αθώο ζώο. Η οργή της πείνας, που δεν αντέχεται, πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις καταδίωξης του αγριμιού. Πόλεμος φρικαλέος χωρίς όρια και χωρίς όρους ξετυλίγεται στο πεδίο της φύσης. Παρακολουθούμε τη σκηνή στην οθόνη. Ένα μόλις πήδημα χωρίζει το χορτοφάγο από το σαρκοβόρο. Τα δόντια του κακού ζουλαπιού λάμπουνε λευκοπυρωμένα καρφιά στην παγωνιά. Το δέρμα του τρυφερού λαγού το ταράζουν ριπές από έξαλλες φρικιάσεις. Νιώθει κιόλας στη ράχη του το αγκομαχητό του αγριμιού. Μη! φωνάζουμε έντρομοι. Όχι! Να σωθεί το αθώο άκακο ζώο. Να μην ιδούμε να το σπαράζουν τα ιδρωμένα δόντια. Να μην ιδούμε τη σάρκα του πώς ξεσκίζεται. Τα ποδαράκια του να τρέμουν τρομαλέα, και να τινάζονται στον αέρα σφαδάζοντας. Το αχνιστό αίμα πώς θα βάφει το αλέκιαστο χιόνι. Ορμόψυχα και αυθόρμητα, σα να μας κυνηγά τους ίδιους η τρομάρα, ψηφίζουμε σωτηρία για το λαγό και αστοχία για το τσακάλι. Φωνάζουμε, βόηθα, θεέ! Πάψε το κακό και το άδικο που συντελιέται τώρα στη φύση! Πάψε την οργή σου! Ξαφνικά και ενώ το αγρίμι αγγίζει με το μουσούδι του την ουρά του λαγού, γίνεται το απρόσμενο. Η δύναμη όρασης του τσακαλιού μπερδεύεται με το χιόνι. Σε μια στροφή του λαγού το τσακάλι τραβάει ευθεία. Χάνει απότομα το ρυθμό του. Αποσυντονίζεται το τέμπο της κίνησης. Η κάθετη ευθυβολία στο στόχο, που η φύση χωρίς οίκτο και χωρίς λύπηση αξιώνει για τη στιγμή, ταράζεται. Αυτό ήταν. Ο λαγός κερδίζει απόσταση. Ξεμακραίνει. Όλο και ξεμακραίνει. Ένα, δύο, πέντε, δέκα μέτρα. Σε λίγο έχει χαθεί από το οπτικό πεδίο βολής του τσακαλιού. Το σαρκοβόρο σταματά. Κοιτάζει ατενώς. Τίποτα. Ο λευκός ορίζοντας μπροστά του έχει γίνει ένα αδιάφορο χάος. Άβυσσος ερημιάς και ολέθρου. Το απλανές βλέμμα του τσακαλιού, ξέψυχο ανάμεσα στην ηλιθιότητα και στην ανεξήγητη απορία, είναι ό,τι απόμεινε από τη σκηνή.

[...] Εδώ είναι για να ζήσει το ένα από τα δύο. Ή το τσακάλι ή ο λαγός. Ή ο λαγός ή το τσακάλι. Ούτε και τα δύο γίνεται να ζήσουν, ούτε και τα δύο γίνεται να πεθάνουν. Αλλά ή το ένα ή το άλλο. Τρίτον δε δίδεται. Tertium non datur. Ωστόσο, αν φύγουμε από τη λογική του είτε... είτε, και πάμε στη λογική του τόσο... όσο, ο συλλογισμός μας θα ξετυλιχθεί εντελώς διαφορετικά. Από αντιθετικός γίνεται συμπληρωματικός. Θέλω να ειπώ: για να ζήσει το τσακάλι πρέπει να πεθάνει ο λαγός· και αντίστροφα, για να ζήσει ο λαγός πρέπει να πεθάνει το τσακάλι. Με άλλα λόγια, η ζωή στο προκείμενο είναι συνάρτηση του θανάτου, και ο θάνατος είναι συνάρτηση της ζωής. Ζει το τσακάλι; αυτό σημαίνει ότι χρεωστά τη ζωή του στο θάνατο του λαγού. Ζει ο λαγός; αυτό σημαίνει ότι χρεωστά τη ζωή του στο θάνατο του τσακαλιού. Το ένα ζει χάρη στο θάνατο. Το άλλο πεθαίνει χάρη στη ζωή. Το εξαγόμενο είναι πως η βάση σε κάθε μορφή ζωής είναι ο θάνατος. Ο θάνατος είναι το θεμέλιο και η αιτία και η σωτηρία της ζωής. Χωρίς θάνατο δεν υπάρχει ζωή. Ζωή και θάνατος είναι τα δύο μισά που δίνουν εκείνο το απλό και απόλυτο φαινόμενο, που το ονομάζουμε φύση, φύεσθαι, γέννηση, natura.

[...] Εάν μεγαλώνει η τιμή του σφάλματος στον προσδιορισμό της θέσης (ακτινοβολία προς το ασθενές του φάσματος), τότε μικραίνει ανάλογα η τιμή του σφάλματος στον προσδιορισμό της ορμής. Εάν μεγαλώσει η τιμή του σφάλματος στον προσδιορισμό της ορμής (ακτινοβολία προς το ισχυρό του φάσματος), τότε μικραίνει ανάλογα η τιμή του σφάλματος στον προσδιορισμό της θέσης. Όσο καθαρότερα βλέπω το ηλεκτρόνιο, τόσο περισσότερο διαταράζεται η κατάσταση του. Όσο πιο ανενόχλητο μένει το ηλεκτρόνιο, τόσο δυσκολότερα το διακρίνω. Όσο περισσότερο πλησιάζει το τσακάλι το λαγό και ξεμακραίνει ο λαγός από το τσακάλι, τόσο περισσότερο προσεγγίζεται η δυνατότητα να μην πεθάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Η ζωή οντοποιείται και αποθεώνεται ταυτόχρονα και για τα δύο ζώα ανάμεσα στη στιγμή της αστραπής. Αυτή η στιγμή της αστραπής μετρήθηκε από το Χάιζενμπεργκ, και ή ελάχιστη δυνατή τιμή της βρέθηκε να φτάνει ως το όριο της σταθεράς του Πλανκ. Όχι παρακάτω.

[...] Η πρώτη ανάγνωση της θεωρίας της Απροσδιοριστίας από τους φυσικούς έδωκε συγκομιδή ξυλοκαρπίας. Σκέψεις αλλόκοτες, συμπεράσματα παλαβά. Λίγη σύγχυση, πολλή αμηχανία. Μέχρι και για ελευθερία στη βούληση της πέτρας, και απόδειξη της ύπαρξης του θεού έφτασαν να μιλούν οι χριστιανοί, οι σακάτηδες και οι άλλοι κουλοκουτσόστραβοι.

[...] Το νερό στον ουρανίσκο μας ανάμεσα στο ασταθές διψοξεδιψώ είναι τα Δέλτα του x και του q. Η καταποσιά το φαγί στον ουρανίσκο του πεινασμένου, που την παλεύουν από δω η νόστιμη παραμονή στο στόμα και από κει η ελκτική αδημονία της κατάποσης, είναι τα Δέλτα του x και του q.