Φιλοσοφία και Wittgenstein (Πως Λειτουργεί η Γλώσσα)
18 of August 2025 (Home)
Αυτό το άρθρο θα μπορούσε να έχει τίτλο: «Ανεργία Ημέρα 7427». Ναι, φυσικά και το υπολόγισα, η πρόταση δεν θα έστεκε αλλιώς.
Η ιστορία πίσω από το πώς ξεκίνησα αυτό το βιβλίο είναι κάπως παράξενη. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο έτυχε να βρεθώ σε μια απίστευτη θεατρική παράσταση μιας αυτόνομης θεατρικής ομάδας, μέλος της οποίας ήταν μια συμφοιτήτριά μου. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση αυτό που φανταζόμουνα!
Συνειδητοποίησα ότι είχα από καιρό ανάγκη να δω κάτι γνήσιο. Εντυπωσιάστηκα τόσο που έκατσα να ψάξω για παρόμοιες εκδηλώσεις στο kinimatorama. Κλείδωσα τελικά σε μια του «Εμπρός», με τρεις μέρες παραστάσεων. Προσπάθησα να πείσω διάφορους φίλους και τα κατάφερα με την τρίτη, αλλά (χωρίς να τα πολυλογώ) έγινε μπέρδεμα και ο φίλος εμφανίστηκε μια ώρα αργότερα στο σημείο συνάντησης (κάπως έτσι έχασα και το streak επιτυχίας μου χωρίς κινητό). Τελικά, μαζί με τον αδερφό μου και έναν φίλο μας από το λύκειο, πήγαμε στην τελευταία τους επανάληψη.
Το μέρος ήταν αρκετά ενδιαφέρον! Η επιρροή της αναρχίας ήταν ξεκάθαρη. Ο αδερφός μου ξεκίνησε μια συζήτηση με τον τεχνικό του θεάτρου, που ήταν επίσης (και καθόλου τυχαία) λινουξάς. Εντελώς τυχαία από την άλλη, πετύχαμε φίλους του φίλου μας, και να πως γνώρισα τον Κάι, τον φίλο της φίλης του φίλου μου.
Για να μην τα πολυλογώ πάλι, είναι Ολλανδο-Τούρκος self-declared φιλόσοφος και πολύ διαβασμένος. Μιλήσαμε για Stirner, Graeber και φυσικά κρατήσαμε επαφή. Είναι χωρίς αμφιβολία ο καλύτερος ρήτορας που έχω ποτέ συναντήσει. Τον Wittgenstein τον γνώρισα από ένα αντίγραφο του Philosophical Investigations: ο Κάι το είχε κλέψει από την βιβλιοθήκη του Deere (rip bozo).
Wittgenstein’s Philosophical Investigations
Ναι το ξέρω, ο τίτλος του βιβλίου είναι πολύ δήθεν. Ωστόσο, όσο παράξενο και αν ακούγεται, ο συγγραφέας προσπαθεί μέσα από το βιβλίο να αποδείξει πως οι περισσότερες φιλοσοφικές συζητήσεις είναι στην ουσία άχρηστες.
Το βιβλίο είναι δύσκολο. Πήγαινα συνεχώς μπρος-πίσω και δεν έχω καταφέρει ακόμα να το τελειώσω (βρίσκομαι στην παράγραφο 300). Θα ακολουθήσει μια ελεύθερη ανάλυση των ιδεών του συγγραφέα με μηδενικό ιστορικό/φιλοσοφικό υπόβαθρο.
Θα χρησιμοποιώ τους αγγλικούς όρους γιατί η μοναδική ελληνική μετάφραση που μπόρεσα να βρω ηλεκτρονικά ήταν γραμμένη στην καθαρεύουσα. Με (PI ν) θα συμβολίζω την αριθμημένη παράγραφο ν του πρώτου μέρους του βιβλίου.
Η ουσία του βιβλίου (περιλαμβάνει και άλλες ενδιαφέρουσες σκέψεις, αλλά θα συγκεντρωθούμε τώρα σε αυτήν) είναι η ακόλουθη:
Οι λέξεις δεν αποτελούν μονάχα μια απλή αντιστοίχηση συμβόλων σε αρχετυπικές πνευματικές αναπαραστάσεις των αντικειμένων. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι οι λέξεις είναι μόνο εργαλεία και πως ολόκληρη η σημασία τους πηγάζει από την χρήση τους και το language-game στο οποίο συμμετέχουν (θα το «ορίσω» αργότερα).
Φαίνεται αυτονόητο; Δεν νομίζω, ειδικά αν βάλουμε στο τραπέζι τις ώρες που έχουμε σπαταλήσει (τόσο εμείς ατομικά όσο και η ανθρωπότητα στο σύνολο της ιστορίας της) προσπαθώντας να ορίσουμε το αόριστο. Πρακτικά «αχρηστεύει» την διαδικασία εύρεσης αλάνθαστων ορισμών. Θα δεις πως ο συγκεκριμένος κανόνας επεκτείνεται με τρόπο που ενδεχομένως να μην το φανταζόσουν. Η γλώσσα εδώ είναι απλά ένα σκαλοπάτι για να εκφράσει ο Wittgenstein το εξής: Μεγάλο μέρος της ιστορίας της φιλοσοφίας έχει να κάνει με χαζές ερωτήσεις (τι είναι δικαιοσύνη; ποιός είναι ο ορισμός της ομορφιάς; κτλ).
(PI 109) Philosophy is a battle against the bewitchment of our intelligence by means of language.
(PI 43) For a large class of cases - though not for all - in which we employ the word “meaning” it can be defined thus: the meaning of a word is its use in the language (specifically, in the context of a particular language-game). And the meaning of a name is sometimes explained [not defined!] by pointing to its bearer.
Από ό,τι έχω καταλάβει, ο συγγραφέας ως language-game ορίζει το context μιας μορφής επικοινωνίας, το σύνολο των υπαρκτών λέξεων μαζί με τους «κανόνες» από τους οποίους διέπεται η χρήση τους (για αυτό λέγεται και «παιχνίδι»). Οι κανόνες είναι συναρτήσεις της κοινής μας βιολογίας. Εμφανίζονται ως θολά (και όχι αυστηρά) αλλά σχετικά συνεπή κριτήρια ορθότητας και χοντρικού προσανατολισμού προς την αποδεκτή και προβλεπόμενη χρήση των λέξεων (η σημασία των κανόνων θα γίνει εμφανής σε λίγο). Σε συμφωνία με την φιλοσοφία του, ο Wittgenstein δεν προσφέρει ορισμό του language-game, παραθέτει αντ’ αυτού μια σειρά περιπτώσεων.
(PI 25) Giving orders and obeying them. Reporting an event. Speculating about an event. Making up a story; and reading it. Play-acting. Guessing riddles. Making a joke; telling it. Solving a problem in practical arithmetic. Translating from one language into another.
Η ουσία της γλώσσας αποκαλύπτεται καλύτερα όταν o Wittgenstein προσπαθεί να ορίσει την λέξη «παιχνίδι» και αποτυγχάνει παταγωδώς. Οι ορισμοί είναι σχεδόν πάντοτε ανακριβείς. Δεν μπορούμε να ορίσουμε την καρέκλα όπως ορίζουμε τους περιττούς αριθμούς. Αντί λοιπόν για ορισμό, λέει πως η γλώσσα στηρίζεται στην πραγματικότητα σε «ostensive definitions», δηλαδή επανειλημμένα παραδείγματα. Εδώ εκφράζεται μια νέα σημαντική ιδέα: Τα παιχνίδια εμφανίζουν family resemblance μεταξύ τους και τίποτα άλλο. Η αναζήτηση μιας τομή είναι απλά χάσιμο χρόνου. Πρέπει να αποδεχτούμε την εγγενή θολούρα των εννοιών στα περισσότερα language-games της καθημερινότητάς μας. Η θολούρα δεν υποβαθμίζει καθόλου μα καθόλου την αποτελεσματικότητα της γλώσσας ως εργαλείο επικοινωνίας.
Προσοχή! Οι ορισμοί προφανώς και είναι βολικοί ως μια προσέγγιση της σημασίας των λέξεων (εκτός βέβαια αν παίζουμε σε language-game λογικής, τότε προφανώς οι ορισμοί μαθηματικής ακρίβειας είναι αναγκαίοι και αρκετοί). Ωστόσο, ακόμα και οι βασικότερες λέξεις που εμφανίζονται σε ορισμούς, εάν ακολουθήσουμε βήμα-βήμα την αλυσίδα τους, πρέπει κάποτε (recursion base case) να οριστούν ostensively και μόνο. Πέρα από αυτό, εάν μαθαίνεις μια ξένη γλώσσα θα έχεις παρατηρήσει πως οι ορισμοί είναι σχεδόν άχρηστοι μπροστά στην ωμή, επαναλαμβανόμενη παρατήρηση της εμφάνισης των λέξεων σε διάφορα context.
It’s like playing chess and having a philosopher ask you the meaning of the pawn (a word). You proceed by giving examples of its use. The philosopher extracts the pawn from the board (language-game) and asks you again. This is nonsense! The word is effectively dead [σύγκρινε με ορισμό δικαιοσύνης, φασισμού, τρομοκρατίας, δυτικής δημοκρατίας και καρέκλας (είναι μια κοτρόνα καρέκλα; εξαρτάται από το τι θες να κάνεις με την λέξη, από το language-game: δεν υπάρχει καρεκλοσύνη)]
Μια παρένθεση για τον φασισμό: Ο Umberto Eco έχει μιλήσει για Wittgensteinian Ur-Fascism, χρησιμοποιώντας την έννοια του family resemblance για να υποστηρίξει πως δεν θα υπάρξει ποτέ αυστηρός ορισμός του φασισμού, ακριβώς επειδή αυτός είναι fuzzy στις υπαρκτές μορφές του. Σχεδόν όλες οι λέξεις είναι αδιάκριτα, ανώνυμα και πολύχρωμα βότσαλα ορισμένα από την χρήση τους και μόνο. Η ανθρώπινη γλώσσα, εκ φύσεως, σπάνια έχει λογικό φορμαλισμό. Είναι παράλογο να απαιτούμε κάτι τέτοιο (θυμήσου την αλυσίδα και το beetle-in-a-box που θα παρουσιαστεί σε λίγο)
Ελπίζω να μην σε έχω μπερδέψει. Ας πάρουμε το «δέντρο»: Ωραία, ας αγνοήσουμε (κακώς) πρώτα όλες τις ποιητικές χρήσεις της λέξης και ας επικεντρωθούμε στο πραγματικό. Και πάλι, μπορείς να ορίσεις την δενδροσύνη; Έχουμε να κάνουμε με family resemblance. Αν εισήγαγα ένα εξωγήινο είδος βλάστησης θα γινόταν εμφανές πως η λέξη, ακόμα και στο υλικό language-game, περιγράφει μια θολή, δυναμική οικογένεια αντικειμένων οι διαστάσεις της οποίας ρυθμίζονται εξολοκλήρου σύμφωνα με το τι είναι χρήσιμο για την κοινότητα. Ο πρώτος ostensive ορισμός του δένδρου στην προϊστορία ήταν fuzzy και αυθαίρετος (αυτό είναι δένδρο, αυτό είναι δένδρο, αυτό όχι). Σε έναν άλλο κόσμο ή σε κάποια άλλη κουλτούρα θα μπορούσε να είχε γίνει κάλλιστα μια περαιτέρω διάκριση της μιας αυτής λέξης σε δυο επικαλυπτόμενα υποσύνολα.
Σε κάθε περίπτωση, η ουσία της σκέψης του Wittgenstein επιτίθεται στις αφηρημένες έννοιες, σε αυτές που προσπαθούσε να ορίσει μανιωδώς ο Πλάτωνας.
Φυσικά, υπάρχουν λέξεις η ύπαρξη των οποίων στηρίζεται
ξεκάθαρα αποκλειστικά και μόνο στην χρήση τους. Πάρε
για παράδειγμα το -dir
suffix στα τούρκικα, ή το ρήμα
«είναι» για έναν Ρώσο, Τούρκο και κάθε άλλον μη-Ινδοευρωπαίο. Πάρε για
παράδειγμα το «ρε». Πρέπει να γενικεύσουμε αυτήν την
παρατήρηση για ολόκληρο σχεδόν το λεξικό μας.
Χρώματα και Συναισθήματα
ΟΚ, ωραία όλα αυτά αλλά τι γίνεται με τα χρώματα και τα συναισθήματα; Μου λες ότι και αυτά ορίζονται από την χρήση τους; Μα συμβολίζουν υπαρκτές, μοναδικές και σταθερές οντότητες, όχι;
Ο Wittgenstein, για να πετύχει τον στόχο του, ορίζει προσωρινά ως private language το θεωρητικό σύνολο λέξεων που «αναφέρονται» σε πρωτόγνωρες καταστάσεις που μονάχα εγώ μπορώ να ανιχνεύσω. Αυτές οι λέξεις μάλιστα πρέπει κατ’ ανάγκη να οριστούν ostensively και ενδοσκοπικά (through introspection). Μιλάμε για λέξεις που στο πλαίσιο αυτού του νοητικού πειράματος υποθέτουμε πως δεν μπορούν να μεταφραστούν σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια γλώσσα (αδυναμία συγγραφής παραδοσιακού ορισμού).
(PI 256) Suppose I didn’t have any natural expression for the sensation, but only had the sensation? And now I simply associate names with sensations and use these names in descriptions. [Suppose humans had no outward behavior associated with pain (not even the act of searching for painkillers). Pain in this case is entirely private. We could never have developed a public language of this sort of pain!]
Βάζοντάς μας να φανταστούμε πως γράφουμε έναν ενδεικτικό και αυθαίρετο συμβολισμό (έστω S) της κατάστασης σε ένα ημερολόγιο κάθε φορά που αισθανόμαστε την ύπαρξή της στον εσωτερικό μας κόσμο, αποκαλύπτεται πως η γλώσσα αυτή είναι στην πράξη όχι μόνο άχρηστη αλλά και αδύνατη. Δεν υπάρχει συνεπές κριτήριο ορθότητας, διότι δεν έχω τους συνανθρώπους μου να με διορθώνουν όταν με προδίδουν οι αισθήσεις μου ή όταν ξεφεύγω από τα όρια του family resemblance. Επομένως, όπως συμβαίνει στην πράξη, αυτές οι λέξεις δεν έχουν καμία θέση στο λεξιλόγιό μας. Κάθε τι που επικοινωνούμε πρέπει κατά ανάγκη να εμφανίζει feedback ανιχνεύσιμο από εξωτερικούς παρατηρητές (είτε έμβιους είτε όχι).
(PI 258) Whatever is going to seem right to me is right. And that only means that here we can’t talk about right.
Ένα αυτό. Η επόμενη σημαντική παρατήρηση είναι πως οι λέξεις μας για τα χρώματα και τον πόνο δεν αναφέρονται σε οντότητες αυτές καθαυτές αλλά σε κάτι τελείως διαφορετικό και κοινό, η σημασία τους δηλαδή πηγάζει για μια ακόμη φορά από την χρήση. Ο Wittgenstein χρησιμοποιεί την εξής εικόνα: Έστω ότι ο καθένας μας έχει ένα συμπαγές κουτί, μέσα στο οποίο είναι καλά κρυμμένο ένα σκαθάρι. Το σκαθάρι μπορεί να είναι στον καθένα μας διαφορετικό, μπορεί μάλιστα σε μερικούς να μεταλλάσσεται συνεχώς ή να μην υπάρχει καν!
Wittgenstein’s beetle in the box analogy (PI 293) argues that if everyone had a box containing something called a “beetle”, but no one could ever see inside anyone else’s box, the word “beetle” couldn’t meaningfully refer to the private object inside. It could only refer to the public use (!) of the word.
Το σκαθάρι είναι ο πόνος, η εντύπωση του χρώματος. Εδώ παρατηρούμε πως για να λειτουργήσει μια γλώσσα, απαιτεί κοινή βιολογία. Δηλαδή, η σημασία των λέξεων πηγάζει από την χρήση, αλλά η πιθανότητα ύπαρξης σημασίας προϋποθέτει παρόμοια αισθητήρια όργανα (αυτή είναι και μια από τις παραμέτρους ενός language-game). Τα αισθητήρια όργανά μας δεν έχουν φυσικά πάντοτε δίκιο, αλλά αυτό δεν έχει σημασία! Κάνουν εφικτό τον σχηματισμό ενός χοντρικού, συνεπούς κριτηρίου ορθότητας. Εξάλλου, όλοι έχουμε μικροσκοπικές (ή και μεγαλύτερες) διακυμάνσεις στην ερμηνεία των χρωμάτων. Όσο οι μηχανισμοί αυτοί είναι ατομικά συνεπείς, μπορούμε κάλλιστα να επικοινωνούμε ανεξάρτητα από το τι σκαθάρι έχει ο καθένας μας. Αυτό παύει να ισχύει όταν λόγου χάρη συζητάς με έναν τυφλό. Ο τυφλός είναι εντάξει με την αφηρημένη χρήση των λέξεων (σταμάτησα στο κόκκινο φανάρι, πράσινα άλογα), αλλά η κατανόησή του καταρρέει όταν οι λέξεις των χρωμάτων εμφανίζονται στο συνηθισμένο και πλήρες ανθρώπινο language-game.
Τι αν μετρήσω την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία μιας πηγής φωτός; Ε, προφανώς δεν λειτουργεί έτσι η καθημερινή γλώσσα. Τώρα έχεις μεταφερθεί σε επιστημονικό language-game. Σε αυτό το language-game το χρώμα δεν είναι πλέον σκαθάρι, μπορεί να οριστεί με την χρήση της λογικής. Φυσικά, οι αφηρημένες έννοιες (το πραγματικό δηλαδή θήραμα του συγγραφέα) δεν θα είναι ποτέ ντετερμινιστικά μετρήσιμες.
Και τα δυο αυτά νοητικά πειράματα αποκαλύπτουν πως και πάλι νικάει η χρήση, και όχι κάποια αφηρημένη, αρχετυπική εικόνα στον εγκέφαλό μας.
LLMs και Λιοντάρια
Η θεωρία του Wittgenstein φαίνεται να στέκει και στην περίπτωση των LLMs. Η κατασκευή και το training τους βασίζεται εξ’ ολοκλήρου στην ανάλυση της χρήσης των λέξεων σε προτάσεις. Απουσιάζει κάθε μορφή ορισμού. Παρόλο που τα πάνε περίφημα στο written language-game, δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν όταν η γλώσσα μεταφέρεται σε λογικό ή ανθρώπινο υπόβαθρο ακριβώς επειδή δεν μοιράζονται την βιολογία μας. Σκέψου όμως: Δεν συμβαδίζουν με την εικόνα του St. Augustine (βλέπε PI 1) αλλά αυτό δεν τα εμποδίζει από το να συζητάνε άριστα μαζί μας σε language-games που τους το επιτρέπουν.
Ο Wittgenstein είπε πως δεν θα καταλαβαίναμε πλήρως ένα λιοντάρι ακόμα και αν αυτό μπορούσε να μας μιλήσει. Σε μια συζήτηση περί ομορφιάς, είτε το λιοντάρι είτε ο άνθρωπος θα αναγκαζόταν να μεταβεί στο language-game του συνομιλητή, κάτι που είναι εγγενώς αδύνατο να γίνει με απόλυτη επιτυχία ακριβώς επειδή τα language-games των έμβιων οργανισμών έχουν θεμέλια στην βιολογία.