Εγωισμός, Stirner και Ζορμπάς :D
18 of July 2025 (Home)
Μια Σύντομη Εισαγωγή στον Stirner
Ο Stirner υπήρξε αναρχικός, σύγχρονος του Μάρξ και θεμελιωτής μιας φιλοσοφίας βασισμένης στον εγωισμό. Τον γνώρισα μέσα από την κόκκινη έκδοση της Ελευθεροτυπίας, μια αρκετά απλοποιημένη και συντομότερη μορφή του αφεντικού και διαβόητου έργου «Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του» (Der Einzige und sein Eigentum).
Θα προσπαθήσω να παρουσιάσω παρακάτω τα κύρια σημεία της θεωρίας του, όπως εγώ τα αντιλήφθηκα. Είμαι πρωτάρης στην φιλοσοφία οπότε ενδέχεται να τον έχω παρερμηνεύσει! Εάν εντοπίζεις κάποιο λάθος, πες μου το. Α, και μη περιμένεις αναφορά στο Χέγκελ ξέρω εγώ· είπαμε, αρχάριος είμαι.
Εγωισμός
Καλούμαστε να υπηρετήσουμε υποθέσεις σχετικές με τον λαό, το έθνος, την δικαιοσύνη και τον Θεό. Ωστόσο, όλες αυτές οι οντότητες, με την αφηρημένη τους έννοια, υπηρετούν μονάχα τον εαυτό τους. Ο Θεός είναι η ουσία του παντός και επομένως δρα κατ’ ανάγκη εγωιστικά, όχι αλτρουιστικά. Αντίστοιχα, ένας σουλτάνος υπηρετεί το βασίλειό του εφόσον δεν είναι τίποτα άλλο παρά ιδιοκτησία του. Όταν ο υπήκοος επαναστατήσει τότε παύει πλέον το συμβόλαιο ευεργεσίας καθώς πολύ απλά η υπόθεση παύει πλέον να είναι εγωιστική. Γιατί λοιπόν μας δακτυλοδεικτεί ο δυτικός πολιτισμός ως «εγωιστές» όταν εστιάζουν στην δική μας, μοναδική, υπόθεση; Γιατί μας κατηγορούν για προδοσία όταν τοποθετούμε την αντικειμενική αλήθεια, την λογική και την μοναδικότητά μας πάνω από το Κόμμα;
Πάρτε για παράδειγμα ένα έθνος που το υπερασπίζουν αφοσιωμένοι πατριώτες. Οι τελευταίοι πέφτουν στα πεδία των μαχών ή θύματα της πείνας και της στέρησης. Και το έθνος, στενοχωριέται καθόλου; Δεν γίνεται ένα «έθνος ανθηρό» χάρη στο λίπασμα ακριβώς αυτών των πτωμάτων; Τα άτομα έπεσαν «για τη μεγάλη υπόθεση του έθνους», το έθνος αφιερώνει δυο λόγια ευγνωμοσύνης και… κρατάει το κέρδος. Αυτό θα πει αποδοτικός εγωισμός! (- Βιβλίο)
Υπηρετούμε δηλαδή αμέτρητους εγωιστές. Γιατί λοιπόν να μην θεμελιώσουμε και εμείς την υπόθεση μας σε τίποτα άλλο παρά μόνο στον εαυτό μας; Προσοχή! Ο εγωισμός αυτός διαφέρει από την teenage επαναστατικότητα και την τερατώδη, προσβλητική αντικοινωνικότητα. Θα γίνω σαφέστερος σε λίγο.
Οι άνθρωποι ως σήμερα, σκέφτονταν και ενεργούσαν «για το Θεό». Όλοι εκείνοι που τις έξη μέρες ποδοπατούσαν το παν, για να πετύχουν τις διόλου ανιδιοτελείς τους βλέψεις, την έβδομη, πρόσφεραν θυσίες στον Κύριο. Αυτοί που γκρέμιζαν εκατό «υψηλά ιδανικά» με την ανελέητη σκέψη τους το έκαναν στο όνομα ενός άλλου «υψηλού ιδανικού», και πάντα έπρεπε να υπάρχει κάτι άλλο [λάθος] - πάνω και πέρα απ’ αυτούς - για το καλό του οποίου θα έκαναν το προσωπικό τους κέφι: ο λαός, η ανθρωπότης, κλπ. (- Βιβλίο)
Αν εμείς θέλουμε να ελευθερώσουμε τον κόσμο από τις πάμπολλες μορφές δουλείας, το θέλουμε για χάρη μας, όχι για χάρη του, γιατί δεν είμαστε απελευθερωτές, ούτε εξ επαγγέλματος, ούτε «από αγάπη». Θέλουμε απλώς να τον αποσπάσουμε από τους άλλους και να τον ιδιοποιηθούμε, να πάψει να είναι δούλος του Θεού (Εκκλησία) και του νόμου (Κράτος) και να γίνει κάτι δικό μας (ιδιοκτησία μας) [εξού και ο τίτλος του βιβλίου]. Θα ασκεί πια την δύναμή του όχι ενάντιά μας, αλλά μαζί μας. (- Βιβλίο)
Πιστεύω ότι εδώ κρύβεται μια μεγάλη αλήθεια. Μια ζωή βασισμένη στον εγωισμό δεν θα σε μετατρέψει αυτομάτως σε κτήνος, ακριβώς επειδή το όφελος των συνανθρώπων έρχεται τελικά να ωφελήσει και εσένα τον ίδιο. Έχοντας διαβάσει το «Εγωιστικό Γονίδιο» πιστεύω (γιατί αποδείξεις δεν πρόκειται να υπάρξουν) πως μάλλον έτσι διέπεται (κατά κύριο λόγο) η ζωική και η ανθρώπινη φύση.
Ελευθερία vs Μοναδικότητα
Οι κοινωνίες μάς στερούν ελευθερίες αλλά ταυτόχρονα ενισχύουν, ή κάνουν εφικτές, τις σύγχρονες δυνατότητές μας. Ο Stirner αδιαφορεί για την ελευθερία. Υποστηρίζει πως ο πραγματικός μας θησαυρός είναι η μοναδικότητά μας, την οποία κάθε σχεδόν ανθρώπινη οργάνωση στην παγκόσμια ιστορία έχει βάλει στο μάτι. Απαιτούν και διαδίδουν με κάθε μέσο μια «περιορισμένη αντίληψη υπηκόου». Η καταπίεση της ελευθερίας είναι αποτέλεσμα συναλλαγής. Η καταπίεση της μοναδικότητας από την άλλη είναι χειροπιαστή απόδειξη ύπαρξης μιας αχόρταγης εξουσίας (είτε ταξικής είτε όχι, και από τους ίσους μας καταπιεζόμαστε, αν και σπανιότερα!).
Σύμφωνα με τον Stirner, η απόλυτη λύση έγκειται στην αντικατάσταση της κοινωνίας από συνεταιρισμούς. Οι συνεταιρισμοί είναι δικά μας κατασκευάσματα, εκούσια συμβόλαια περιορισμού των ελευθεριών μας, που ωστόσο σε αντίθεση με το κράτος, το κόμμα και το έθνος δεν βαπτίζονται ποτέ τους «ιερά». Εξακολουθούν αν υπάρχουν μονάχα εφόσον εξυπηρετούν τον εγωισμό των μελών τους και μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναθεωρηθούν. Έχω την εντύπωση πως, εντός αυτού του πλαισίου, η οργάνωση της οικονομίας μπορεί κάλλιστα να ρυθμιστεί και πάλι κομμουνιστικά (συνεργατική παραγωγή και ελεύθερη κατανάλωση για όλους), εφόσον αυτό έρχεται τελικά προς όφελος τις πλειοψηφίας των ανθρώπων! Ο συνεταιρισμός σου ανήκει, δεν του ανήκεις: είναι δικό σου και τον χρησιμοποιείς. (Αν δεν σου αρέσει η λέξη «συνεταιρισμός» πες το «σύλλογο» ή «χωριό»)
Η κατάργηση της κοινωνίας έρχεται με τη συναναστροφή ή το συνεταιρισμό. Μια κοινωνία προκύπτει βέβαια από ένα συνεταιρισμό, με τον ίδιο όμως τρόπο που και μια έμμονη ιδέα προκύπτει από μια σκέψη - όταν δηλαδή, η περιεχόμενη στη σκέψη ενέργεια, η ενέργεια του σκέπτεσθαι, αυτή η αδιάκοπη αναθεώρηση των σκέψεων που τείνουν να παγιωθούν, χαθεί. Αν ένας συνεταιρισμός αποκρυσταλλωθεί σε κοινωνία, παύει να αποτελεί συναλλαγή, γιατί από ενέργεια συναλλαγής γίνεται διάθεση συναλλαγής, εκφυλίζεται σε κάτι το στατικό: έχει λήξει σαν συνεταιρισμός, είναι το πτώμα του συνεταιρισμού ή της συναλλαγής, είναι κοινότητα, κοινωνία. Το κόμμα είναι ένα χτυπητό παράδειγμα αυτής της πορείας. (- Βιβλίο)
Το κράτος διψάει για διαρκή αναγνώριση (εθνικοί ύμνοι, σημαιούλες, υποτιθέμενη φυλετική ομοιομορφία). Εάν ζούσε ο κάθε προλετάριος σήμερα αναρχικά η κοινωνία θα κατέρρεε φυσικά και αβίαστα. Φαντάζεσαι να ξυπνάγαμε μια μέρα με την έννοια του έθνους και του κράτους διαγραμμένη από τον εγκέφαλό μας; Τι θα συνέβαινε αμέσως μετά; Οι εγωιστές, όχι σύμφωνα με την κρατιστική ερμηνεία αλλά από την οπτική της μοναδικότητας που παρουσίασε ο Stirner παραπάνω, είναι ο εφιάλτης κάθε δεσμού, κάθε συνόλου και κάθε μορφής εξουσίας.
Μπορεί να μην συμφωνείς απόλυτα, μα δεν πειράζει. Ούτε εγώ είμαι πεισμένος! Ας επικεντρωθούμε πρωτίστως στην φιλοσοφία του, όλο και κάτι θα κερδίσουμε. Από εδώ και μέχρι το τέλος του άρθρου δεν θα ξαναμιλήσω αμιγώς πολιτικά (καταντά βαρετό).
Ζορμπάς
Ένας φίλος μού δάνεισε τον Ζορμπά· ήταν καταπληκτικό το βιβλίο! Το timing ήταν τέλειο γιατί κατά σύμπτωση, αν έχω καταλάβει σωστά φυσικά, ο συγγραφέας έχτισε το προφίλ του Ζορμπά πατώντας πάνω στο βιβλίο που παρουσίασα παραπάνω. Εξάλλου, ο Καζαντζάκης ήταν Νιτσικός οπότε δεν μου φαίνεται απίθανο να είχε διαβάσει και λίγο Stirner. Συν ένα επιχείρημα ενάντια στην υποτιθέμενη ύπαρξη της «πνευματικής ιδιοκτησίας»!
Να λευτερωθεί από ένα πάθος, υπακούοντας σ’ ένα άλλο υψηλότερο… Μα μήπως κι αυτό δεν είναι σκλαβιά; Να θυσιάζεσαι για μιαν ιδέα, για τη ράτσα σου, για το Θεό; Ή μήπως όσο πιο αψηλά στέκεται ο αφέντης τόσο και πιο μακραίνει το σκοινί της σκλαβιάς μας, πηδούμε τότε και παίζουμε σε πολύ πλατύχωρο αλώνι, πεθαίνουμε χωρίς να βρούμε την άκρα του, κι αυτό το λέμε ελευθεριά; (- Καζαντζάκης)
Δεν πιστεύεις εσύ στον άνθρωπο;. «Μη θυμώνεις αφεντικό. Όχι, δεν πιστεύω τίποτα. Αν πίστευα στον άνθρωπο, θα πίστευα στον Θεό, θα πίστευα και στον διάολο· κι είναι μεγάλη φασαρία. Μπερδεύονται τα πράγματα, αφεντικό, βρίσκω τον μπελά μου.» (- Καζαντζάκης)
Με δεν πιστεύεις εσύ σε τίποτα; έκαμα φουρκισμένος. [Απαντάει τώρα ο Ζορμπάς] «Όχι, δεν πιστεύω σε τίποτα - πόσες φορές να σου το πω; Δεν πιστεύω σε τίποτα, μήτε σε κανέναν, πάρα μονάχα στο Ζορμπά. Όχι γιατί ο Ζορμπάς είναι καλύτερος από τους άλλους, καθόλου, μα καθόλου! Χτήνος και αυτός. Μα πιστεύω στο Ζορμπά, γιατί αυτόν μονάχα έχω στην εξουσία μου, αυτόν μονάχα ξέρω, όλοι οι άλλου φαντάσματα [Stirner: spooks]. Με τα μάτια του βλέπω, με τ’ αυτιά του ακούω, με τ’ άντερά του χωνεύω. Όλοι οι άλλοι, σου λέω, φαντάσματα. Άμα θα πεθάνω εγώ, όλα πεθαίνουν. Όλος ο Ζορμπαδόκοσμος πάει στο φούντο!» Μωρέ εγωισμός! είπα σαρκάζοντας. «Τι να κάμω, αφεντικό; Αυτό είναι. Κουκιά έφαγα, κουκιά μολογώ. Ζορμπάς είμαι, ζορμπάδικα μιλώ» Δε μίλησα. Έπεσαν απάνω μου μαστιγιές τα λόγια του Ζορμπά. Τον καμάρωνα που ήταν έτσι δυνατός και μπορούσε να σιχαίνεται τόσο τους ανθρώπους, και συνάμα να’ χει τόσο κέφι να ζει και να παλεύει μαζί τους. Εγώ ή θα γινόμουν ασκητής ή θα στόλιζα με ψεύτικα φτερά τους ανθρώπους, για να τους ανέχομαι (- Καζαντζάκης)
Λοιπά Αποσπάσματα
Γεννήθηκε ο Χριστός, σοφέ Σολομών, καλαμαρά μου! Μην ψιλοκοσκινίζεις: γεννήθηκε, δε γεννήθηκε; μωρέ, γεννήθηκε, μην είσαι κουτός! Αν πιάσεις φακό να δεις το νερό πού πίνουμε, μου ‘πε μια μέρα ένας μηχανικός, θα βρεις, λέει, πώς το νερό είναι γεμάτο σκουλήκια, μικρά μικρά, που δεν φαίνονται στο μάτι. Θα δεις τα σκουλήκια και δε θα πιεις. Δε θα πιεις και θα πεθάνεις της δίψας. Σπάσε το φακό, αφεντικό, σπάσε τον, τον άτιμο, ν’ αφανιστούν ευτύς τα σκουλήκια, να πιεις νερό να δροσερέψεις! (- Καζαντζάκης)
Είμαστε σκουληκάκια μικρά μικρά, Ζορμπά, αποκρίθηκα, απάνω σ’ ένα φυλλαράκι γιγάντιου δέντρου. Το φυλλαράκι αυτό είναι η Γη μας· τ’ άλλα φύλλα είναι τ’ αστέρια που βλέπεις να κουνιούνται μέσα στη νύχτα. Σουρνόμαστε απάνω στο φυλλαράκι μας, και το ψαχουλεύουμε με λαχτάρα· τ’ οσμιζόμαστε, μυρίζει, βρωμάει· το γευόμαστε, τρώγεται· το χτυπούμε, αντηχαεί και φωνάζει, σαν πράμα ζωντανό. Μερικοί άνθρωποι, οι πιο ατρόμητοι, φτάνουν ως την άκρα του φύλλου· από την άκρα αυτή σκύβουμε, με τα μάτια ανοιχτά, τα αυτιά ανοιχτά, κάτω στο χάος. Ανατριχιάζουμε. Μαντεύουμε κάτω μας το φοβερό γκρεμό, ακούμε ανάρια ανάρια το θρο που κάνουν τ’ άλλα φύλλα του γιγάντιου δέντρου, νιώθουμε το χυμό ν’ ανεβαίνει από τις ρίζες του δέντρου και να φουσκώνει την καρδιά μας. Κι έτσι σκυμμένοι στην άβυσσο, νογούμε σύγκορμα, σύψυχα, να μας κυριεύει τρόμος. Από την στιγμή εκείνη αρχίζει […] ο μεγάλος κίντυνος. Άλλοι ζαλίζονται και παραμιλούν, άλλοι φοβούνται και μοχτούν να βρουν μιαν απάντηση, που να τους στυλώνει την καρδιά και λένε: «Θεός»· άλλοι κοιτάζουν από την άκρα του φύλλου το γκρεμό ήσυχα, παλικαρίσια και λένε: «Μου αρέσει». (- Καζαντζάκης)
Όχι, δεν είσαι λεύτερος, είπε· το σκοινί, όπου είσαι δεμένος, είναι λίγο πιο μακρύ από τους άλλους ανθρώπους· αυτό είναι όλο. Του λόγου σου, αφεντικό, έχεις μακρύ σπάγκο, πας κι έρχεσαι, θαρρείς πως είσαι λεύτερος· μα το σπάγκο δεν τον κόβεις. Κι άμα δεν κόψεις το σπάγκο…
[…] Δύσκολο αφεντικό, δύσκολο πολύ. Εδώ χρειάζεται τρέλα· τρέλα, τ’ ακούς; Όλα για όλα! Μα εσύ έχεις μυαλό, κι αυτό θα σε φάει. (- Καζαντζάκης)